Ο Γάλλος μυθιστοριογράφος Γκιστάβ Φλομπέρ γεννήθηκε το 1821 στη Ρουέν και πέθανε το 1880 στο Κρουασέ. Ο πατέρας του ήταν χειρουργός στο δημοτικό νοσοκομείο της Ρουέν και η μητέρα του ανήκε σε οικογένεια διακεκριμένων δικαστικών. Toν Νοέμβριο του 1841 ξεκίνησε νομικές σπουδές στο Παρίσι. Στην ηλικία των 22 ετών διαγνώσθηκε με μια νευρική πάθηση, που θεωρήθηκε επιληψία, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει τις σπουδές του και να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη λογοτεχνία.Από τον Νοέμβριο του 1849 ως τον Απρίλιο του 1851 μαζί με τον φίλο του Μαξίμ Ντι Καν ταξίδεψε στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία, την Τουρκία, την Ιταλία και την Ελλάδα, όπου γνώρισε τον Κανάρη.
Το αριστούργημά του, η Μαντάμ Μποβαρί, δημοσιεύθηκε σε συνέχειες από την 1η Οκτωβρίου έως τις 15 Δεκεμβρίου του 1856 στο περιοδικό Revue de Paris. Πρόκειται για μια ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής των αστών της εποχής, έργο για το οποίο η γαλλική κυβέρνηση μήνυσε τον συγγραφέα με την κατηγορία της ανηθικότητας. Ο Φλομπέρ απηλλάγη της κατηγορίας, η δίωξή του όμως και ο θόρυβος γύρω από τη δίκη συντέλεσαν στην εμπορική επιτυχία του βιβλίου που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 1857. Υπήρξαν πολλές θεωρίες για την πηγή έμπνευσης του συγγραφέα. Πολλοί μελετητές αναφέρουν την ιστορία της Ντελφίν Ντελαμάρ, συζύγου του γιατρού Ευγένιου Ντελαμάρ από τη Νορμανδία, η οποία νιώθοντας πλήξη μέσα στον γάμο της απέκτησε διάφορους εραστές. Ο Φλομπέρ είχε, επίσης, υπόψη του ένα χειρόγραφο με τον τίτλο Αναμνήσεις της κυρίας Λουδοβίκα, του οποίου η αφήγηση για τις περιπέτειες και τις ατυχίες της Λουίζ Πραντιέ παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την ιστορία του μυθιστορήματος. Στην ερώτηση ποιο ήταν το πρότυπο της ηρωίδας του ο συγγραφέας απαντούσε «Η μαντάμ Μποβαρί είμαι εγώ» (Madame Bovary c’est moi). Τα άλλα μεγάλα έργα του συγγραφέα είναι η Αισθηματική αγωγή (1843-1845), Σαλαμπό (1862), Ο πειρασμός του Αγίου Αντωνίου (1874) και το ημιτελές Μπουβάρ και Πεκισέ, το οποίο εκδόθηκε μετά τον θάνατό του. Θεωρείται ο κύριος εκπρόσωπος της ρεαλιστικής σχολής της γαλλικής λογοτεχνίας.