Η ΥΒΡΙΣ
Δεν είναι το φύσημα του αέρα
αυτό που νιώθω στα φτερά μου.
Ούτε τα κεντημένα βλέπω βουνά
της οροσειράς των ονείρων.
Η πόρτα της φυλακής μου
δεν έχει φωτεινή χαραμάδα.
Τα φτερά που είχα κάποτε χάθηκαν
όπως σκορπά ο άνεμος τα σύννεφα.
Σε καλοκαιρινούς ουρανούς
δεν έχω ταξιδέψει.
Αποδημητικό ερπετό που σέρνεται στο χώμα
με το σώμα του ματωμένο.
Κάποτε η ανάγκη της ζωής
μου όρισε δύο κέρινες μεμβράνες.
Σφραγισμένα επάνω τους τα όνειρά μου.
Τα βούλιαξε ο Φαέθων.
Ανέβηκα ψηλά, πέρα απ’ το φως.
Τα θεία δεν συγχώρεσαν την ύβρη.
Η λύρα του Απόλλωνα
συνόδευε την πτώση μου.
Στη γεωμετρική αρίθμηση της ζωής
παραμένω μια άβουλη μάζα.
Η ματαίωση του ταξιδιού
αγχόνη για μένα είναι.