Νέα Υόρκη, νύχτα. Ένα λονγκ γουίκεντ. Λίγο καιρό πριν η πόλη σφραγίσει, πριν το πρώτο λοκ ντάουν. Μια παρέα λίαν παιγμένη. Ένα δερμάτινο τζάκετ, κλεμμένο. Ένας πεθαμένος ροκ σταρ ζητάει δικαίωση από τον τάφο, όχι ότι συμπάσχουμε.
Ένας συγγραφέας που δε γράφει λέξη. Ένας εκδότης που του ζητάει το επόμενο βιβλίο. Αυτό που δεν πρόκειται να γραφτεί ποτέ.
Ένα μετα-εφηβικό οδοιπορικό της μίας ανάσας. Μια νουβέλα που δεν κατάφερε καν να μεγαλώσει, σε μυθιστόρημα ή και γενικότερα, και, ως εκ τούτου, αρνείται να ληφθεί σοβαρά υπόψη.
Παράλογες καταστάσεις, κοφτοί διάλογοι, αγάμητα αγόρια-κωλόπαιδα και κορίτσια που τους γλεντάνε, δικαίως.
Είναι η τελευταία του βδομάδα στην πόλη, μια πόλη θηλυκή, όσο καμία. Θα την περάσει πίνοντας μαργαρίτα, αυστηρά σε χαμηλό ποτήρι.