Η μελέτη με τίτλο Στα ίχνη των παιδιών του Εμφυλίου αποτελεί ένα βήμα στην επιστημονική έρευνα και συζήτηση μέσα από την παρουσίαση αδημοσίευτων τεκμηρίων. Μεταξύ άλλων καταγράφει ειδικές διαδρομές που ακολούθησαν οι αποστολές των Ελληνοπαίδων στη μεθόριο του Εμφυλίου, καθώς και στοιχεία της εγκατάστασής τους τόσο στον χώρο της νοτιοανατολικής όσο και σε αυτόν της κεντρικής Ευρώπης ευρύτερα. Εντοπίζει άγνωστα κέντρα φιλοξενίας, ορεινών απομακρυσμένων τοποθεσιών και οικισμών, επιλεγμένων βοηθητικών χώρων που αναπλάστηκαν για τις ανάγκες που προέκυψαν αλλά και πολυτελών θέρετρων αναψυχής. Επιπρόσθετα δόθηκε η δυνατότητα να ερμηνευτούν εσωτερικές μετακινήσεις ειδικού σκοπού με ιδιαίτερο ενδιαφέρον που πραγματοποιήθηκαν τα χρόνια της φιλοξενίας τους στα κέντρα, δεδομένου ότι συνδέθηκαν με την κατά τόπους κυβερνητική πολιτική της Λαϊκής Δημοκρατίας στην οποία είχαν εγκατασταθεί. Από την άλλη τα προσκόμματα στις προσπάθειες επαναπατρισμού και η εμπλοκή των διεργασιών στον μύλο της πολιτικής των χωρών υποδοχής απέκτησαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς αποτέλεσαν κεντρικό παρασκηνιακό ρυθμιστή των εξελίξεων. Η εστίαση της μελέτης στην περιοχή της δυτικής Μακεδονίας ερμηνεύεται από το γεγονός ότι οι νομοί Καστοριάς και Φλώρινας ήταν ο βασικός γεωγραφικός χώρος οργάνωσης και εκτέλεσης των επιχειρήσεων, σε ό,τι αφορά τις αποστολές, αποτελώντας κατ’ ουσία το κέντρο διεκπεραίωσης αλλά και την κύρια πύλη εξόδου των Ελληνοπαίδων προς τις προς βορρά όμορες Λαϊκές Δημοκρατίες. Τα παιδιά του Εμφυλίου βρέθηκαν στο επίκεντρο ενός πολέμου βιαιότερου, μιας διαμάχης χωρίς όρους με κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό υπόβαθρο και αναμφισβήτητα με ποικίλες προεκτάσεις. Το κυρίως πρωτογενές υλικό προέρχεται από προσωπική έρευνα των φακέλων του Ιστορικού και Διπλωματικού Αρχείου του ελληνικού υπουργείου των Εξωτερικών. Επιπλέον η έρευνα αρχειακού ανέκδοτου υλικού στα Γενικά Αρχεία του Κράτους της κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας ήταν εποικοδομητική.