Στο πιο πολυμεταφρασμένο και εμβληματικό γαλλικό έργο του εικοστού αιώνα, ο Μικρός Πρίγκιπας θα μάθει για την αγάπη και τη φιλία από μια αλεπού. "Μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά. Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν" θα πει η αλεπού στον Μικρό Πρίγκιπα. Με πολλούς τρόπους, το "Γράμμα σ` έναν όμηρο" είναι η ανάλυση αυτού του ίδιου αισθήματος, καθώς ο Σαιντ-Εξυπερύ ανιχνεύει αυτά τα ουσιώδη συστατικά που καθορίζουν την ύπαρξή μας.
Ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ έγραψε το "Γράμμα σ` έναν όμηρο" το 1942, κατά τη διάρκεια της εξορίας του στην Αμερική. Απευθύνεται στον φίλο που έμεινε "όμηρος" στην κατεχόμενη Γαλλία, διωκόμενος στην πατρίδα του που δεν μπορούσε να εγκαταλείψει. Τα συναισθήματα που έδεναν τον Σαιντ-Εξυπερύ με τον φίλο του Λεόν Βερτ γέννησαν ένα συμβολικό κείμενο. Ο Σαιντ-Εξυπερύ συνεχίζει να απευθύνεται σε ενικό αριθμό στον "όμηρο" φίλο του, τον οποίο, για να τον προστατέψει, δεν κατονομάζει, αλλά μέσω αυτού απευθύνεται σ` όλους τους συμπατριώτες του που έχουν μείνει στη Γαλλία, σ` όλη την ανθρωπότητα, τελικά, που δοκιμάζεται από τη βαρβαρότητα του πολέμου. Το "Γράμμα σ` έναν όμηρο" σημαδεύεται από την αγωνία και τις τύψεις του Σαιντ-Εξυπερύ, που εγκατέλειψε τη χώρα του ενώ οι άνθρωποι του υπέφεραν κάτω από τη γερμανική κατοχή, ενώ ο φίλος του, ο Εβραίος Λεόν Βερτ, απειλούνταν. Όταν έφυγε τον Δεκέμβριο του 1940 για τις Ηνωμένες Πολιτείες, δε σκόπευε να μείνει παρά μερικές εβδομάδες, κι έμεινε δυόμισι χρόνια. Την παραμονή του στην Πορτογαλία, λίγο πριν, τη βλέπει εκ των υστέρων σαν προανάκρουσμα, κατά κάποιον τρόπο, μιας λιποταξίας που γίνεται με κίνδυνο τον αφανισμό της προσωπικότητας. Αυτό που φοβάται πάνω απ` όλα είναι η απώλεια των σημείων αναφοράς· των φίλων, του σπιτιού: "Θέλω να `μαι ταξιδιώτης, αλλά όχι και πρόσφυγας".