`Είμαι σχιζοφρενής και με τη βούλα. Ναι. Αυτός είμαι για σένα, βρόμικε μπάτσε! Αυτός είμαι για όλο τον κόσμο`.
Έτσι, ξεκινάει η εξιστόρηση ενός φρενοβλαβούς για ένα φόνο. Μια δραματική εξιστόρηση για να αποδείξει την αθωότητα ενός δυστυχισμένου μυαλού. Ένας πρωτάρης ιατρός φτάνει στην ακριτική πολιτεία Ορεινό με το νυχτερινό τρένο. Στο άγνωστο πουθενά, μια σουρεαλιστική πόλη χωρίς ρολόγια. Μια πόλη όπου όλοι οι δρόμοι καταλήγουν σε βραχώδη αδιέξοδα. Εκεί που το φεγγάρι και τα άστρα έχουν αναποδογυρίσει και η γη καλύπτει τον ουρανό. Όλα ανάποδα. Όπως το διπλοανεστραμμένο είδωλο του αντικειμένου στον αμφιβληστροειδή του οφθαλμού. Όμως, το ανάποδο του ανάποδα είναι το ίσιο.
`Τώρα μήπως είσαι εσύ ο τρελός, γιατρέ μου;`.
Καθώς ο μίτος ξετυλίγεται μέσα από τα μάτια ενός παρανοϊκού -του κατηγορουμένου- το παρελθόν μπερδεύεται με το παρόν, η τρέλα με τη λογική , ο ιατρός με τον ασθενή, η κοινωνική ευταξία με την επανάσταση, το πάθος με το μίσος, η φιλία με την προδοσία. Με όχημα το δίδυμο ιατρού-ψυχωσικού, η ιστορία πραγματεύεται με αισθητικό τρόπο την ανθρώπινη απορία στο προαιώνιο ερώτημα `τι αξίζει περισσότερο στον κόσμο;`.
Σκοτεινοί πόθοι, απαγορευμένοι έρωτες, θαμμένα μυστικά, απιστίες. Και συνάμα, πηγαία, αγωνιώδης αναζήτηση του σκοπού, ενός σκοπού. Της ανθρώπινης ευτυχίας. Αναζήτηση της ψυχής. Που; Μα φυσικά στις κολάσεις των ηρώων μας. Στα διλήμματα που δίνουν ώθηση. Καταστροφική ή δημιουργική...
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]