Το καλοκαίρι του 1962 ήταν για κείνον αποκαλυπτικό στον έρωτα και στο θάνατο. Η Ντάλια Βεντάλια ήταν η καθηγήτρια «καταλύτης» στη γνωριμία του με τον πόθο και το φόβο, έτσι όπως διαιωνίζονταν μέσα του εκείνο το ατέλειωτο καλοκαίρι που σφράγισε την εφηβεία του με καύσωνες, θανάτους κι έρωτες. . . Κι αυτός μόνος, κατάμονος στη μακρινή επαρχία του, ζούσε στους ξέφρενους ρυθμούς του σπιτιού του, βεβαρημένου από μικροαστικά καθημερινά πάθη, που τα μεγάλωνε η ηχώ της ευαισθησίας του και τα ‘κανε ένοχες προσευχές. Μα, πάνω απ’ όλα, ήταν η ανάγκη να μάθει πόσο πραγματική ήταν η ζωή του...
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]