Με τον πέμπτο τόμο της σειράς `Το Ελληνικό Φανταστικό Διήγημα` από τα πρώτα μεταβυζαντινά χρόνια μέχρι σήμερα, που κυκλοφόρησε το 2004, δόθηκε η εντύπωση ότι έκλεισε ένας κύκλος διερεύνησης του φανταστικού στο σώμα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, μιας εργασίας που άρχισε το 1987. Με τον ανά χείρας έκτο τόμο ο κύκλος ανοίγει φέρνοντας στο φως νέους, ώριμους, ερεθιστικής γεύσης καρπούς· στην ουσία ουδέποτε ετέθη οριστική τελεία στην αναζήτησή τους. Πώς θα μπορούσε άλλωστε. Η λογοτεχνία, ως ζωντανός οργανισμός, συνεχίζει να αναγεννιέται, να αναπαράγεται - και να εκπλήσσει. Αυτή εξάλλου είναι η ωραιότητά της, συστατικά της οποίας είναι το βαθύ φιλοσοφικό περιεχόμενο και η τολμηρότητα ιδεών και προβληματισμών. Υπό το πρόσχημα της ερεθιστικής μυθολογίας της, ρίχνει ένα τολμηρό βλέμμα στην επώδυνη, αγωνιώδη υπαρξιακή πορεία του ανθρώπινου όντος στο αινιγματικό τοπίο της κοσμικής δημιουργίας. Αφουγκράζεται επίσης τον σπαραχτικό ήχο του συνοδοιπόρου, σχεδιάζοντας παράλληλα τις θαρραλέες, απεγνωσμένες αν όχι και μάταιες προσπάθειές του να ιχνηλατήσει το Άγνωστο και να αποκρυπτογραφήσει τη Σιωπή. Κύριο χαρακτηριστικό εργαλείο του με το οποίο αγωνίζεται, είναι η φαντασία του. Μια ιδιομορφία-ιδιότητα που δεν διαθέτει κανένα άλλο έμβιο πλάσμα, στην οποία και οφείλεται ο επί της Γης πολιτισμός με ό,τι τον συνιστά ως προς τα θετικά και αρνητικά του δεδομένα, σε επίπεδο πολιτικής, θρησκείας, τέχνης, φιλοσοφίας, επιστήμης, τεχνολογίας, πολιτισμικής γνώσης εν γένει. Λεν γνωρίζουμε, και μάλλον δεν θα το μάθους ποτέ αν είναι `θείο δώρο` ή όχι. Το ζήτημα ωστόσο είναι ότι ο κάτοχός του, έχοντας συνειδητοποιήσει τη σημασία του, το διαχειρίζεται επ` αγαθώ. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]