Τα τελευταία χρόνια ένα ιδιαίτερα μεγάλο ποσοστό των εθνικών πόρων για την Εκπαίδευση έχει καταναλωθεί σε δαπάνες που σχετίζονται με την εισαγωγή των Νέων Τεχνολογιών κυρίως στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Οι προσπάθειες μέχρι τώρα έχουν επικεντρωθεί στον εξοπλισμό των σχολείων και στην τεχνολογική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Είναι όμως απαραίτητο η εκπαιδευτική κοινότητα της χώρας μας να σκεφτεί πιο συστηματικά για τους τρόπους με τους οποίους οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας (ΤΠΕ) αλλάζουν το περιβάλλον μάθησης μέσα σε ένα σχολείο. Για να γίνει αυτό, πρέπει να εξετάσουμε διεξοδικά τις αρχές της ψυχολογίας και της μάθησης πάνω στις οποίες βασίζονται τα υποστηριζόμενα από την τεχνολογία περιβάλλοντα μάθησης. Ο σχεδιασμός ενός μαθησιακού περιβάλλοντος, είτε παραδοσιακού είτε υποστηριζόμενου από υπολογιστές, ενέχει τη διαδικασία λήψης πολλών σχεδιαστικών αποφάσεων. Πολλές από αυτές τις αποφάσεις λαμβάνονται ασυνείδητα χωρίς να έχουν ρητά εκφρασθεί οι σχεδιαστικές αρχές ή τα διάφορα προβλήματα που συνδέονται με αυτές. Είναι όμως προτιμότερο η λήψη σχεδιαστικών αποφάσεων να είναι το αποτέλεσμα συνειδητής σκέψης και όχι να διενεργείται ασυνείδητα. Ο παρόν τόμος παρουσιάζει μερικές από τις καλύτερες, σε διεθνές επίπεδο, προτάσεις για το πώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι ΤΠΕ για να υποστηρίξουν τη μάθηση και τη διδασκαλία στο σχολείο, προσφέροντας συγχρόνως μια διεξοδική συζήτηση για τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα διαφόρων σχεδιαστικών αρχών που βασίζονται στα ευρήματα της σύγχρονης ψυχολογίας της μάθησης.