Η ελληνική οικονομία παρουσίασε τα τελευταία χρόνια σημαντικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, από τους υψηλότερους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς όμως να αυξήσει σημαντικά την απασχόληση και να κατορθώσει να περιορίσει την ανεργία και τη φτώχεια. Ταυτόχρονα οι διαρθρωτικές αλλαγές της ελληνικής οικονομίας δεν έχουν ολοκληρωθεί και σημαντικές εξωτερικές επιδράσεις, όπως η εισροή κοινοτικών πόρων στήριξης και η ολοκλήρωση των κατασκευαστικών έργων λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, δεν έχουν τον ίδιο βαθμό θετικών επιπτώσεων που είχαν πριν. Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας μειώνεται, ενώ πάντοτε κινδυνεύει από τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος. Οι επιδόσεις της όσον αφορά την πορεία της προς την κοινωνία της γνώσης δεν μπορούν να χαρακτηριστούν σημαντικές. Την ίδια στιγμή η ελληνική οικονομία δείχνει να χάνει παραδοσιακά της ερείσματα, όπως είναι ο τουρισμός, να χρησιμοποιεί ολοένα και περισσότερους μετανάστες, ενώ φαίνεται να μειώνεται η ανταγωνιστικότητά της και να νιώθει αδύναμη μπροστά στις οικονομικές εξελίξεις τόσο στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στο παγκόσμιο επίπεδο. Η γνώση των προβλημάτων αλλά κυρίως της πραγματικής κατάστασής της είναι η προϋπόθεση για τη δημιουργία μιας πραγματικά δυναμικής και ανταγωνιστικής ελληνικής οικονομίας.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]