Ήρθε και τρύπωσε ο Ερμής στο όνειρό μου μέσα· και του είπα: αφεντάκο μου, πως χάθηκε η ζωή μου· και δεν γελώ, δεν χαίρομαι, μήτε τα πλούτη θέλω· μα κάποιος πόθος με βαστά, ζητάω να πεθάνω, τις υγρές να δω, με τους λωτούς, του Αχέροντα τις όχθες.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]