Όποιος ακούει ή διαβάζει με προσοχή την «Οδύσσεια», αναγνωρίζει πως τον χωρίζει τεράστια απόσταση χώρου από τούτο το κείμενο. Παρά ταύτα, όποιος ακούει καλά το μακρινό αυτό κείμενο, έχει την αίσθηση πως το ποίημα ταξιδεύει προς τα μπρος, στέλνοντας σήματα, καθώς πλησιάζει τον δικό μας χώρο και τον δικό μας χρόνο. Ύστερα, σάμπως να ήταν πλανητικό αστέρι, πάλι απομακρύνεται. Στο μεταξύ όμως έχει προλάβει να μας κοιτάξει με παράξενη οικειότητα· κάποτε μοιάζει να χαμογελά με συμπάθεια, κάποτε με ειρωνεία.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]