Στο λιβάδι με τα στάχυα, τις κόκκινες ανεμώνες και τα τριφύλλια ζούσε ένας τρυφεράκανθος. Είχε φίλο του τον ήλιο που τον ξυπνούσε το πρωί. Το φεγγάρι που τον νανούριζε με τον αυλό του τις νύχτες. Τον αγέρα που του τραγουδούσε γλυκά και μια γέφυρα - ουράνιο τόξο για να σεργιανάει στον ουρανό. Δεν είχε όμως φίλους τ` άλλα ζωντανά του λιβαδιού.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]