`χαράζει το χέρι, πάει να πει νοσοκομείο`:
στο βιβλίο μου ζωγραφίζω ένα τρίγωνο.
στην επάνω γωνία ο θεός, στην αριστερή η γάτα μου,
στη δεξιά το μολύβι.
ειν` ένα μαγικό τρίγωνο
γιατί
σε μια προέκταση της μνήμης μου
«ανεπιθύμητη»
οι γραμμές ατονούν και χαλαρώνουν και κινούνται πέρα δώθε
κι ο θεός γίνεται μαύρη ιέρεια, η γάτα μου πάνθηρας,
το μολύβι μου στυλό.
ο πάνθηρας αχόρταγος· ποθεί την ιέρεια.
το στυλό ανεξίτηλο· τον εκδικείται.
έτσι αφανίζονται τα άκρα
και σώζεται
μονάχο του το θηλυκό
«ανίδεη από εξουσία»
κέρδισε μια μάχη που αγνοούσε.
λευκός θίασος - έλαχε σ` εμένα.
κάποιο δώρο θα `ταν της ανάγκης,
που με το ραβδάκι της τώρα με βάζει να
παριστάνω την τρελή.
«απροπόνητη»
αφήνομαι σε κάτι που καλπάζει σαν τα γιατρικά μου κόβω
τα χαρτιά μου σκίζω τα θαυματουργά μου, μια κρύπτη
είσαι - Grotta Azzura - και κάτι σαν γραμμή χαράζει
νέα στραβή, κάτι συμβαίνει με το σχήμα αυτό - τρίγωνο
διαβολικό - δεν ζωγραφίζεται.