Το κείμενο αυτό, παρακολουθεί τη γλώσσα ως μουσικό φαινόμενο: στοχεύει στην αναδόμηση μιας αρχέγονης μουσικότητας, καθώς η γλώσσα προσφέρει τη δυνατότητα να αντιμετωπιστεί σαν ηχητικό ντοκουμέντο της σκέψης. Με συρραφές αποσπασμάτων συναισθήματος και μιας συνειδησιακής ροής που άλλοτε διακόπτεται, άλλοτε συγκλίνει στο στόχο, ανεβαίνει και κατεβαίνει όπως οι κλίμακες μιας ελεύθερα δομημένης αρχιτεκτονικής. Ο κεντρικός ήρωας, ανώνυμος και ευεργετημένος από τη μοίρα, προσπαθεί να ενταχθεί στη μητρόπολη σαν απλός εργαζόμενος. Προβάλλει όμως διαρκώς μια αντίσταση εσωτερική. Αρνείται επίμονα να εργαστεί κανονικά, και διάγει έναν βίο μονήρη. Συνάπτει ωστόσο, σχεδόν αδιάλειπτα ερωτικές σχέσεις: με την Ιόλη, την Έρση, την Κλαούντια. Κατά το πέρασμα των άδειων ουσιαστικά ημερών, συναντά τη σκέψη του παλιού στο φίλου, του Φίλιππα, και τον παρακολουθούμε εδώ να αφουγκράζεται σιωπηρά και κάτω από μια καινούργια οπτική, τον παλμό της ζωής. Σ' όλο το μήκος του κειμένου απουσιάζουν οι αναφορές στο περιβάλλον, τον τόπο και το χρόνο: εκτίθεται, παρατίθεται γυμνή μονάχα η εσωτερική ζωή. Αγνοείται συνεπώς ηθελημένα η όποια πραγματολογική κίνηση μέσα στον Κόσμο. Μ' αυτόν τον τρόπο δο-μείται μια αφήγηση ερμητικά κλειστή, ηδονική και πληθωρική που οδηγεί στην αυτοκατάφαση. Στόχος μου ήταν να εναρθρώσω ένα κείμενο μέσα στο οποίο ο αναγνώστης να μπορεί με μια φευγαλέα ματιά σε οποιαδήποτε σελίδα του, να απολαμβάνει αυτή την εσωτερική ηρεμία και την συνακόλουθη διασπορά των συναισθημάτων. (