Η Γαλήνη είχε ένα σίγουρο ένστικτο ότι ζούσε κάτι υπερβατικό. Αντιμετώπιζε περιφρονητικές στάσεις, εμπνευσμένες από γεωγραφικούς και τοπικούς σοβινισμούς. Επέμενε, εμφυσώντας σ’ όλους την πεποίθηση ότι μπορούσανε να θριαμβεύσουνε. Μια πεποίθηση που, είτε πραγματική είτε εικονική, αποτελούσε αντίδοτο κατά της ηττοπάθειας και της κόπωσης.
Ένα τρυφερό, ποιητικό μυθιστόρημα για την ενηλικίωση, την απώλεια και την αδάμαστη δύναμη της ελπίδας.