«Από πού προέρχεται η αγάπη για τις γυναικείες πατούσες; Και το κυριότερο, προς τα πού πηγαίνει; Πέλµατα, πατούσες, δάχτυλα, φτέρνες, αστράγαλοι, καµάρες, µύτες των ποδιών, γάµπες, γόνατα, µηροί· άκρα. Είναι οι άνθρωποι που τα αγαπούν στ’ αλήθεια άνθρωποι των άκρων; Ακραίοι, των οποίων το πάθος τους αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σ’ ακρότητες; Μήπως ένα τέτοιο ζήτηµα είναι στ’ αλήθεια υπερβολικά χαµερπές για να ασχοληθεί κανείς στα σοβαρά µαζί του, όσο χαµερπή είναι και τα πέλµατα που βαδίζουν και σέρνονται στη γη;»
Ένα λοξό, λυρικό, ευρηµατικό και παιγνιώδες πεζογράφηµα για την εµµονή, τον πόθο, το φετίχ, ένας ύµνος στα γυναικεία πόδια.
Εγκύπτοντας στους Ποδολάτρες, το δεύτερο λογοτεχνικό πόνημα του άκρως ταλαντούχου Σπύρου Μαντζαβίνου (σκηνοθέτη του αριστουργηματικού «Πανελληνίου»), διαπιστώνω ότι η απόπειρα μιας συνεπούς αναλυτικής γειτνίασης με το κείμενο, ας την πούμε αισθητική έρευνα, ακολουθώντας, θέλοντας και μη, τα πάλαι ποτέ ευρηματικά χνάρια της φαινομενολογίας, θα ναρκοθετούταν αμέσως, αν ξεκινούσα αναλισκόμενος σε περιττές δοκιμιογραφικού τύπου φιλοσοφικές τεκμηριώσεις του «τι εστί πέλμα», τι σημαίνει, με την Ηρακλείτεια έννοια, που και ο ίδιος ο κύριος Μαντζαβίνος έχει κατά νου στους στοχασμούς του, τι συνιστά σαν νόημα ή σαν οντότητα – και πάει λέγοντας. >>>
O έρωτας και η επιθυμία αποτελούν δύο από τα συνηθέστερα και εμφατικότερα μοτίβα στη λογοτεχνία. Συχνά, ωστόσο, ξεφεύγει από την προσοχή μας πως η κατηγοριοποίηση ενός βιβλίου ως «αισθηματικού» ή «αισθησιακού», μπορεί να αποδειχθεί παραπλανητική, αν εξετάσει κανείς τα μεγάλα λογοτεχνικά έργα του παρελθόντος. Ας σταθούμε, όμως, λιγάκι στο μοτίβο του έρωτα και της επιθυμίας με βάση το σαιξπηρικό έργο ... >>>