Ένας γιος χάνει τον πατέρα του. Πώς μπορεί άραγε να συνεχίσει μετά από μια τέτοια απώλεια; Και τι είναι αυτό που απομένει όταν καταλαγιάζει το πένθος;
Στο αφήγημα Μου πέθανες, ο συγγραφέας μοιράζεται με τους αναγνώστες την απουσία του πατέρα του, τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας, τις τελευταίες στιγμές, και τη σιωπή που ακολουθεί κι έρχεται να σκεπάσει τα πάντα.
Την ώρα που στρώναμε το τραπέζι, ήμασταν πέντε:
ο πατέρας μου, η μητέρα μου, οι αδελφές μου
κι εγώ. Έπειτα, η μεγαλύτερη αδελφή μου
παντρεύτηκε. Έπειτα, η μικρότερη αδελφή μου
παντρεύτηκε. Έπειτα, ο πατέρας μου πέθανε.
Σήμερα, την ώρα που στρώνουμε το τραπέζι, είμαστε πέντε,
εκτός από τη μεγαλύτερη αδελφή μου που είναι
στο σπίτι της, εκτός από τη μικρότερη αδελφή μου
που είναι στο σπίτι της, εκτός από
τον πατέρα μου, εκτός από τη χήρα μητέρα μου.
Ο καθένας τους είναι μια άδεια θέση σε αυτό το τραπέζι
όπου τρώω μόνος. Όμως θα είναι πάντα εδώ.
Την ώρα που στρώνουμε το τραπέζι, θα είμαστε πάντα πέντε.
Όσο ένας από μας είναι ζωντανός,
θα είμαστε πάντα πέντε.