Οι μέρες περνούσαν κι εγώ παρέμενα στην ίδια θέση, καρφωμένος στη γη που υποτίθεται προστάτευα απ' τους επίδοξους επιδρομείς. Απογοητεύτηκα ωστόσο απ' τη στάση των πουλιών απέναντί μου, αφού έδειχναν να μη με φοβούνται καθόλου. Τουναντίον, τ' αρπακτικά βουτούσαν στον αγρό κι έκλεβαν με τα ράμφη τους τούς σπόρους. Η παρουσία μου εκεί πρέπει να τους ήταν παντελώς αδιάφορη. "Πατέρα, αυτό το σκιάχτρο είναι άχρηστο! Ας το ξεφορτωθούμε!", άκουσα να φωνάζει ο μικρότερος γιος της οικογένειας των χωρικών που βρέθηκα στη γη τους.