Στα Μάγια ο Μπροχ περιγράφει ένα ημερολογιακό έτος από τη ζωή μιας ορεινής αγροτικής κοινότητας στα χρόνια του Μεσοπολέμου, με αφηγητή τον γιατρό του χωριού. Όταν εμφανίζεται ο παράξενος ξένος Μάριους Ράτι, αρχικά αντιμετωπίζεται με δυσπιστία από τους ντόπιους. Όμως πολύ γρήγορα τα μυστικιστικά και ιδεοληπτικά κηρύγματά του για τη χαμένη ενότητα με τη φύση και τον συνάνθρωπο αρχίζουν να «μαγεύουν» την πλειοψηφία των κατοίκων και η κατάσταση εκτροχιάζεται. Το παλιό ορυχείο στα έγκατα του βουνού αναβιώνει και η μαζική παράκρουση κορυφώνεται με μια ανήκουστη τραγωδία.
Στον πυρήνα αυτού του μυθιστορήματος βρίσκεται το φαινόμενο της μαζικής ψυχολογίας και η συλλογική αλλοφροσύνη που προκάλεσε η επέλαση του ναζισμού. Ο Μπροχ δεν στέκεται μόνο στα κοινωνικά φαινόμενα, τη φτώχεια, την απομόνωση, τη δεισιδαιμονία, αλλά επιχειρεί μια κατάδυση μέχρι θεμέλια της ανθρώπινης ύπαρξης, για να ανακαλύψει ποια ανάγκη ώθησε τους ανθρώπους να αντικρίσουν τον σωτήρα τους στο πρόσωπο ενός παράφρονα.
«Είναι, ίσως, επίτευγμα ακόμα μεγαλύτερο και από τον Δόκτορα Φάουστους, επειδή ο Μπροχ πηγαίνει βαθύτερα από τον Τόμας Μαν και ζητά να κατανοήσει το μυστήριο των ίδιων των δαιμονικών δυνάμεων του Χίτλερ […] Συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερων μυθιστορημάτων του 20ού αιώνα, λόγω του τρόπου με τον οποίο παρουσιάζονται τόσο η φύση όσο και οι διάφορες μορφές της ανθρώπινης αγάπης. Το διάσημο επεισόδιο της ερωτικής σχέσης του αφηγητή με τη δρα Μπάρμπαρα θα αρκούσε από μόνο του για να δικαιολογήσει την πεποίθηση ότι ο Μπροχ είναι ένας από τους μεγάλους κλασικούς συγγραφείς».
Τζορτζ Στάινερ