Εἶνε μιὰ γοργή, ἀλλὰ δραματικωτάτη ἐρωτικὴ ἱστορία μιᾶς μικρῆς μὰ φλογερῆς ἀριστοκράτισσας, ποὺ ξετρελαίνεται γιὰ ἕναν νέο τοῦ λαοῦ, ἕναν ὡραῖο «ποπολάρο», ἀλλὰ ποὺ τὸν ἐγκαταλείπει ἐρωτευμένο, ἀφοῦ ἔπαιξε λίγο μαζί του σὲ μιὰ ἐξοχή, γιὰ νὰ πάρ ἕναν ἄλλον ἀπὸ τὴν τάξη της.
Τί κάνει τότε ὁ «ποπολάρος»;
Πῶς ἐκδικεῖται, ἐξαγριωμένος, τὴν ἀριστοκράτισσα ἐκείνη ποὺ ἀπὸ ἕνα καπρίτσο τοῦ ἄναψε τέτοιο πάθος καὶ τὸν πέταξε ὕστερα σὰ σκουπίδι;
Ἂς μὴν τὸ ποῦμε ἀπὸ τώρα…
Θὰ χαλούσαμε τὴν εὐχαρίστησι ἐκείνων ποὺ θὰ παρακολουθήσουν τὸν ὑπέροχον αὐτόν ΠΟΠΟΛΑΡΟ…
[Αναγγελία της δημοσίευσης στην εφημ. Έθνος, φ. 21 Αυγούστου 1924.]