Η ανάδειξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας στις αρχές του 2016, και η διπλή εκλογική του επικράτηση το 2019 και το 2023-2024, εξακολουθεί να αποτελεί ένα πολιτικό αίνιγμα. Οι υποστηρικτές του έχουν φροντίσει να φιλοτεχνήσουν το πορτρέτο ενός εξαιρετικά ικανού πολιτικού, ο οποίος υποτίθεται ότι στηρίζει την επιτυχία του στην «ίδρυση του επιτελικού κράτους», την «καταπολέμηση του λαϊκισμού» και το «άνοιγμα προς το Κέντρο».
Πρόκειται για τρεις προπαγανδιστικούς μύθους. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εκμεταλλεύτηκε μια σειρά κοινωνικών και θεσμικών κρίσεων (πανδημία, υποκλοπές, Τέμπη), προ¬κειμένου να συγκαλύψει τις δικές του ευθύνες και να εξουδετερώσει τους πολιτικούς του αντιπάλους, ιδρύοντας το «κράτος του Μαξίμου», χρησιμοποιώντας ακραίο λαϊκισμό και αναθέτοντας τα πιο κρίσιμα κυβερνητικά πόστα σε στελέχη της Ακροδεξιάς. Απέρριψε τη μεταπολιτευτική παράδοση του κόμματός του και αντέγραψε την προδικτατορική ΕΡΕ. Επανήλθε στον σκληρό ατλαντισμό, τον ωμό αντικομμουνισμό, την εξυπηρέτηση των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων και την αδιαφορία για την εξαθλίωση των λαϊκών στρωμάτων. Ο μοναδικός του «εκσυγχρονισμός» ήταν ότι στηρίχτηκε στην πλήρη υιοθέτηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Δεν ήταν δική του έμπνευση. Θορυβημένοι από την εκλογή για πρώτη φορά στην ιστορία μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, οι μηχανισμοί του βαθέος κράτους, ταρακουνημένοι ήδη από τις λαϊκές κινητοποιήσεις κατά την περίοδο της μεγάλης κρίσης, αναζητούσαν το αντίδοτο, κι αυτό βρέθηκε στο πρόσωπο ενός φιλόδοξου πολιτικού που δεν δίστασε να αναλάβει το δύσκολο έργο.
***
Ο Δημήτρης Ψαρράς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Είναι δημοσιογράφος. Διετέλεσε μέλος της ερευνητικής ομάδας «Ιός». Εργάστηκε στην Ελευθεροτυπία (1990-2011) και στην Εφημερίδα των Συντακτών (2012-2024). Σήμερα αρθρογραφεί στο Χωρίς Εφημερίδα (x-efimerida.gr).