Μα σώζεις άραγε αὐτὸν ποὺ ἔκαψε ὁ καημός, σώζεις αὐτὸν ποὺ ζεῖ στὴν ἀπέραντη νοσταλγία του; Μᾶς ῥήμαξαν, βλέπεις, τὰ ἀπωθημένα. Μιὰ ζωὴ τὸν κατατρεγμὸ καὶ τὴν ἀξιοπρεπῆ μας κατάντια ἀναζητούσαμε, τὸ τέλος τοῦ ὅποιου ἀκμαίου, τὴ θρυλικὴ κατάρρευση τῆς μεγάλης μας αὐτοκρατορίας...»
Ποιο τραγούδι γεννάται άραγε, αν για μελωδία πάρεις τη μελαγχολία μιας ανάμνησης, για στίχους μια γλώσσα εποχών λησμονημένων, και για φωνή τη γλυκοκατάντια των Δυτικών Προαστίων της αθάνατής μας Αθήνας;
Την απάντηση, το ταξείδι στα Παλιοσίδερα των αλλοτινών αυτών διηγημάτων, γλυκά και απόσιγα στα χέρια σας θα παραδώσει.