Στα επιμέρους κεφάλαια αναλύονται ειδικά ζητήματα που απασχολούν την πράξη, όπως περιπτώσεις προϋφιστάμενης ή ευρισκόμενης σε λανθάνουσα μορφή ασθένειας ή πάθησης, γονιδιακή προδιάθεση, ευπάθεια σε προχωρημένη ηλικία ή σε πολύ νεαρή ηλικία. Στη μελέτη αναλύεται, επιπλέον, το ζήτημα της συνυπαιτιότητας ενδεχομένως άλλων προσώπων, ιδίως επί ιατρικού σφάλματος και ο καταλογισμός επί πλειόνων δραστών. Μελετάται, επίσης, η συρροή περισσότερων πιθανών αιτιών που οδηγούν σε αβεβαιότητα ως προς την πραγματική αιτία πρόκλησης της επιδείνωσης, αλλά και ακόμη πιο ειδικές ενδεικτικές περιπτώσεις, όπως η μείωση της ποιότητας διαβίωσης του παθόντος, η μείωση της εργασιακής ικανότητας που δεν μπορούσε, όμως, να προβλεφθεί, οι τραυματισμοί ανηλίκων με πολύ δυσχερή πρόβλεψη της μελλοντικής επαγγελματικής τους εξέλιξης. Ειδικές σκέψεις αναπτύσσονται, επιπλέον, για την επιδίκαση περαιτέρω ηθικής βλάβης, εκτός της περιουσιακής ζημίας, ειδικά επί του λεγομένου «μετατραυματικού στρες», καθώς και την ηθική βλάβη τρίτων προσώπων που συνδέονται με τον παθόντα και βιώνουν τη δυσμενή εξέλιξη (επιδείνωση) της υγείας του. Στο τελευταίο μέρος της μελέτης, εξετάζεται η δικαστική επιδίωξη της αποζημιώσεως, οι διακωλυτικοί παράγοντες της επιδίκασης των απαιτήσεων για την επιδείνωση, όπως το δεδικασμένο, η παραγραφή και ο συμβιβασμός. Αντίστοιχες σκέψεις γίνονται για τον συμβιβασμό με σκοπό τη διάρρηξη ή την αναπροσαρμογή του ποσού κατά την καλή πίστη (288 και 388 ΑΚ).
Με αυτόν τον πρακτικό προσανατολισμό, σχεδόν εξαντλητική νομολογία με πλούσια περιπτωσιολογία, πλήρες περιεχόμενο και λόγο σαφή και κατανοητό, το παρόν έργο αναδεικνύεται σε έναν απαραίτητο οδηγό για όλους τους νομικούς που ασχολούνται με ζητήματα βλάβης της υγείας.