στα σκοτεινά δωμάτια,
σβήνουν το φως,
κλείνουν τα μάτια.
Άντρες
με χέρια που ιδρώνουν,
σπίρτα αναμμένα που κυκλώνουν.
Άντρες
που ονειρεύονται γυμνοί
κι εκλιπαρούνε τη σιωπή σου.
Μόνο άντρες, γδύσου.
Άντρες που παλεύουν σαν μωρά,
που πυροβολούν στον αέρα.
Άντρες που τρελαίνονται τη μέρα,
που φοβούνται το σκοτάδι.
Άντρες
μόνοι, που παραμιλάνε.
Άντρες π' αγαπάνε.
Μόνο άντρες.
Άντρες
στα μπαρ που ξενυχτάνε,
καμένα μάτια που κοιτάνε.
Άντρες
μες στους καπνούς χαμένοι.
Κάποιος στο δρόμο περιμένει.
Άντρες
αυτοκτονούν με μηχανές
και κομματιάζουν τη σιωπή σου.
Μόνο άντρες, ντύσου.
[Γιώργος Παυριανός]