Βασισμένη σε πληθώρα πρωτογενών πηγών, η μελέτη ιχνηλατεί την πορεία ενός ρεύματος πραγματισμού που διατρέχει τη διαχείριση του κυπριακού ζητήματος από τις παραμονές της ανακίνησής του στον ΟΗΕ έως την παράνομη τουρκική εισβολή. Ακολουθώντας ένα διαχρονικό μοτίβο στη νεοελληνική ιστορία, το ρεύμα αυτό εγκολπώθηκε το πνεύμα των «στοχαστικών προσαρμογών», μιας ενεργητικής μετριοπαθούς προσέγγισης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής με οραματικά όμως ελατήρια. Στον αντίποδα του ριζοσπαστικού παροντισμού των υποστηρικτών της άμεσης Ένωσης –μέρος του «αιώνιου δηληγιαννισμού» που στηλίτευσε ο Γιώργος Θεοτοκάς το 1955–, οι θιασώτες των στοχαστικών προσαρμογών εκκινούσαν από τη διαπίστωση ότι η δεινή μεταπολεμική συγκυρία υπαγόρευε στην Αθήνα να αφοσιωθεί, σε πρώτη φάση, στην επίτευξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου.
Οι φωνές αυτές προειδοποίησαν εγκαίρως ότι η τάση υποβάθμισης του αγγλικού παράγοντα και του εντεινόμενου τουρκικού αναθεωρητισμού θα είχε άμεσο αντίκτυπο στα ζωτικά συμφέροντα της Ελλάδας και της Κύπρου‧ ότι τα Σεπτεμβριανά του 1955 ήταν η απόδειξη πως η Άγκυρα δεν αντιμετώπιζε το κυπριακό αυτοτελώς αλλά ως μέρος ενός ενιαίου διακυβεύματος με αλληλένδετες εστίες διεκδικήσεων στο Ανατολικό Αιγαίο ‧ ότι η παράβλεψη αυτής της βασικής αρχής στην τουρκική εξωτερική πολιτική θα είχε δυσμενείς επιπτώσεις για τους Ρωμιούς της Κωνσταντινούπολης, τον ελληνισμό της Ίμβρου και της Τενέδου και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Έχοντας εξοβελισθεί σε κρίσιμες στιγμές της εξέλιξης του κυπριακού, οι «στοχαστικές» φωνές ανασύρονται τώρα από το περιθώριο της Ιστορίας και αναδεικνύονται, μεταξύ άλλων, σε τελευταία γραμμή άμυνας της διπλωματίας απέναντι στην κυπριακή πολιτική της δικτατορίας.
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου εξετάζονται κι άλλες σημαντικές εκφάνσεις του κυπριακού ζητήματος: οι κατηγορίες για την τήρηση «διπλής γραμμής» από την Αθήνα και η διχογνωμία γύρω από τη ριζοσπαστικοποίηση του ενωσιακού αγώνα‧ οι πολλαπλές χρήσεις του αφηγήματος περί «αφελληνισμού» των Κυπρίων‧ οι περιπτώσεις του Α. Σ. Βλάχου, του Γιώργου Σεφέρη και του Αλέξη Κύρου‧ η πολιτική επίδραση που άσκησε η ατμόσφαιρα της «γραμμής των πρόσω»‧ οι μετεμφυλιακές πιέσεις ενάντια στη συγκρότηση ενός αυθεντικά παγκύπριου αντιαποικιακού μετώπου, από φόβο μήπως ενισχυθεί η κυπριακή αριστερά‧ τέλος, η αγωνία των πραγματιστών να περιφρουρήσουν τη θεσμική ακεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής και οι σκέψεις τους για μια συνολική «εκκαθάριση» των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
«Όποιος θέλει να παρακολουθήσει με τα μάτια ανοιχτά τις επερχόμενες φάσεις του Κυπριακού, το χρειάζεται το ανάγνωσμα αυτό».