Ο Χίτσκοκ μετέτρεψε τον φόνο σε μια μορφή τέχνης. Τα θρίλερ του είναι τα πιο βαθυστόχαστα και αυτά που έχουν αντιγραφεί πιο εκτεταμένα στον κινηματογράφο λόγω της επινοητικότητας της πλοκής τους. Ο Χίτσκοκ απολάμβανε τον τίτλο του «Άρχοντα του Σασπένς» αλλά ήταν ειδικός σε πολλά περισσότερα από αυτό. Πήγε στο Χόλιγουντ το 1939 ύστερα από μια σειρά έξοχων, γεμάτων ζωντάνια ταινιών γυρισμένων στη Βρετανία. Βρήκε αργά τον βηματισμό του κατά την πρώτη δεκαετία εκεί, αλλά γύρισε επιτυχίες όπως η Ρεβέκκα, Το Χέρι που Σκοτώνει και η Υπόθεση Νοτόριους. Από τον Άγνωστο του Εξπρές μέχρι τη Μάρνι, δεν γύρισε ούτε μία ταινία που να ήταν λιγότερο από άψογη. Ο Δεσμώτης του Ιλίγγου, το Ψυχώ και τα Πουλιά είναι αριστουργήματα. Ο Χίτσκοκ ήταν ένας ιδιοφυής πλακατζής, αλλά πίσω από αυτό το διάσημο ευγενικό προφίλ βρισκόταν επίσης ένας μηδενιστής, ένας καθολικός ηθικολόγος, ένας φροϋδικός ψυχολόγος της σεξουαλικότητας, κι ένας καλλιτέχνης του οποίου οι ευαισθησίες ήταν έντονα εναρμονισμένες στη σύγχρονή εποχή του άγχους. Ήταν ένας πολύ σπουδαιότερος σκηνοθέτης απ’ ό,τι νόμιζε.