που τραγουδάνε
κι αυτά τα πράγματα εδώ μέσα
που ουρλιάζουν
με το γάντι ουρλιαχτό δε γίνεται
γι’ αυτό γονατίζουν σαν πρόβατα τα βουνά
μ’ αμορτισέρ δαμάσκηνα πίξελ και σαντιγί
γιορτάζει μόνη η πλάση
κι η πόλη μοιράζει
σύννεφα ματιές οσμές
κι οι φωνές κι ο αέρας
και τα φιλιά στους δρόμους
απόσταγμα μεγεθυμένο κυβιστικά
θα ’πρεπε να ζωγραφιστεί
αν δεν υπήρχε
*
Έτσι τελειώνουν όλα
δεν υπάρχει θρίαμβος
δεν υπάρχει κανείς
μια μυρωδιά μόνο
η πιο παλιά
κοφτερή σαν χαρτί
λευκή και σιωπηλή
σαν τον κόσμο
προτού γαβγίσει το σκυλί
όταν τα βότσαλα ήταν ανέπαφα
και η θάλασσα καινούργια
*
Η ποίηση ως φόρμα
βολεύει
όπως πετάς πέτρες πλατιές
στο κύμα
ενώ κατά βάθος
θες ν’ αλλάξεις ζωή
αλλά τίνος ζωή
*
Θυμάμαι τα καλοκαίρι
προτού γίνουν μπλε
ύστερα ήρθαν τ’ άλλα
αέρας κύματα
μάτια