Μην πιστεύεις ποτέ αυτό που βλέπεις με τα μάτια σου. Με ακούς; Ποτέ. Να, κοίτα πέρα μακριά, στον λόφο εκεί, στην επαρχία του Γόμελ. Τον βλέπεις τον Κάιρλοφ; Τον πύργο των Κορλόφσκι; Όχι; Περίεργο… Είναι πάντα εκεί. Κοίτα καλύτερα, ξεπροβάλλει τώρα μέσα από την πυκνή καταχνιά η ανατολική πλευρά του. Η ομίχλη τον κρύβει ξανά. Και ο Κάιρλοφ –ίδια μήτρα που δεν ξερνά τα παιδιά της– φυλά μυστικά ανομολόγητα, που σπέρνουν θάνατο. Ένας δεσμός σφιχτός, μία με πνίγει, μία με σώζει, προστασία και θηλειά αντάμα. Το αέναο παιχνίδι του θύτη και του θύματος.
Το χωνευτήρι του θανάτου και η λήθη –αυτός ο δαίμονας– δεν με τρομάζουν πια, γιατί ξέρω πως με ακούς εσύ, και η ζωή μου δεν θα ξεχαστεί μια δυο γενιές μετά. Όχι, όχι, καλύτερα ούτε εμένα να ακούς. Μισότρελη γριά είμαι. Αφουγκράσου μόνο το μουρμουρητό του ανέμου, μίλα για τον γιο μου τον Φιόντορ, μίλα και για μένα, μίλα για όλους εμάς που μαχόμαστε να σώσουμε τη ζωή μας και να αποδώσουμε δικαιοσύνη. Πορεύσου με τη διαίσθησή σου και θυμήσου, την αλήθεια δεν τη βλέπει πάντα το φως του ήλιου. Και το λέω εγώ, η Αναστασία Ιβάνοβνα Κορλόφσκι, που καταδικασμένη ζω εν κρυπτώ στα σπλάχνα του κακορίζικου Κάιρλοφ…