Από τη μελέτη της κυρίας Παναγοπούλου αναδεικνύονται τα δύο μεγάλα πρακτικά/πολιτικά και νομικά προβλήματα της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας και μάλιστα αυτής από απόσταση (χωρίς αυτοπρόσωπη παρουσία του εκλογέα σε εκλογικό τμήμα): Πρώτον, η διατήρηση επαρκών ψηφιακών ιχνών για τον ex post δικαστικό έλεγχο της εγκυρότητας της ψήφου και γενικότερα του κύρους των εκλογών. Και, δεύτερον, η διασφάλιση της μυστικότητας της ψήφου, όχι μόνο έναντι των κρατικών αρχών και όσων έχουν πρόσβαση στα σχετικά ψηφιακά αρχεία, αλλά και έναντι ιδιωτών
(συζύγων, παιδιών, λοιπών συγγενών, φίλων, κομματικών παραγόντων, εργοδοτών ή εν γένει προϊσταμένων κ.ο.κ. ) που δεν θα συναντούν τον πραγματικό υλικό φραγμό της απομόνωσης του ψηφοφόρου στο παραβάν του καταστήματος της ψηφοφορίας, αλλά μπορεί να είναι δίπλα του τη στιγμή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας ή να ενεργούν αντ’ αυτού χρησιμοποιώντας τους κωδικούς του ή την ψηφιακή του υπογραφή. Η τεχνολογία δίνει ήδη απαντήσεις και στα δύο ερωτήματα και οι απαντήσεις αυτές θα γίνονται σταδιακά πληρέστερες και ασφαλέστερες […].
Οι τεχνικές αυτές δυνατότητες, όπως θα ωριμάζουν και θα επιβεβαιώνονται σταδιακά, επηρεάζουν εν δυνάμει τα βασικά στοιχεία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και μας φέρνουν στο πεδίο της “μετά-αντιπροσωπευτικής” δημοκρατίας. Συνεπώς, η Φερενίκη Παναγοπούλου, με τη μελέτη της αυτή, μας φέρνει για μία ακόμη φορά πιο κοντά στις μελλοντικές προκλήσεις της φιλελεύθερης δημοκρατίας».
(Απόσπασμα από τον πρόλογο του Ευ. Βενιζέλου)