Ειδικότερα, στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζεται η σχετική ορολογία και παρατίθεται μια ανάλυση της διάκρισης του δικαιώματος υπαναχώρησης από τις συγγενείς έννοιες και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και της νομικής φύσης της εξουσίας υπαναχώρησης. Στο δεύτερο κεφάλαιο υπάρχει λεπτομερής ανάλυση όσον αφορά το υποκείμενο του δικαιώματος και τις ειδικές περιπτώσεις που συναντώνται στην πράξη όπως οι πλειονότητα δημιουργών, οι πλειονότητα εισφορών και τα παράγωγα έργα. Ενδιαφέρουσα και σε βάθος είναι και η ανάπτυξη για το αντικείμενο του δικαιώματος υπαναχώρησης στο αναλογικό και ψηφιακό περιβάλλον. Το δεύτερο μέρος είναι αφιερωμένο στον τρόπο άσκησης της ηθικής εξουσίας υπαναχώρησης και ειδικότερα στο πεδίο εφαρμογής, τη λειτουργία της και τους περιορισμούς κατά την άσκησή της.
Η ανάλυση όλων των ζητημάτων είναι πρωτότυπη, λεπτομερής, συστηματική και τεκμηριωμένη και οδηγεί σε θεμελιωμένες πρακτικές λύσεις όχι μόνον για τα ζητήματα που ευθέως ανακύπτουν, αλλά και για περαιτέρω ζητήματα που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με το αντικείμενο μελέτης. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η ανάγκη για τη διερεύνηση του θέματος εμφανίζεται επιτακτικότερη στη σημερινή συγκυρία, όπου η άμεση και καθολική διάδοση των έργων του πνεύματος στο κοινό μέσω του διαδικτύου θέτει πολλαπλά ερωτήματα αναφορικά με την τυπολογία των συμβατικών μορφών ψηφιακής εκμετάλλευσης όπου είναι δυνατή η άσκηση της εξουσίας υπαναχώρησης και τις συνέπειες που επέρχονται.