Σε μεθοδολογικό επίπεδο, επιχειρείται η σύνδεση της μικρο- με τη μακρο-ανάλυση μέσα από τη συνάρτηση των διαδικασιών συγκρότησης και μετασχηματισμών στο κοινωνικό επίπεδο (δομικές σχέσεις, θεσμικοί ρόλοι, φορείς δράσης κτλ.) με τις διαδικασίες συγκρότησης και μετασχηματισμών των αναλυτικών προγραμμάτων.
Τα αναλυτικά προγράμματα προσεγγίζονται τόσο από την πλευρά των δομών και λειτουργιών, όσο και από την πλευρά των φορέων. Μέσα από τη μεθοδολογική προσέγγιση που επιχειρείται, φαίνεται ότι στις διαδικασίες συγκρότησης της σχολικής γνώσης κυριαρχούν το ιδεολογικό και το πολιτικό πλαίσιο (καθώς απουσιάζουν βασικές συνισταμένες τόσο στο επίπεδο της συγκρότησης, όσο και στο επίπεδο της αξιολόγησης και του μετασχηματισμού των αναλυτικών προγραμμάτων). Αντιθέτως, το οικονομικό πλαίσιο δε φαίνεται να επιδρά σε σημαντικό βαθμό.
Ως εκ τούτου, τα αναλυτικά προγράμματα της ελληνικής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αργούν να μεταρρυθμιστούν, ενώ όταν αυτό συμβαίνει, δεν φαίνεται να ευθυγραμμίζονται ως προς τις δομικές αρχές τους με το ευρύτερο συγκείμενό τους. Έτσι, τα αναλυτικά προγράμματα στην Ελλάδα καθίστανται περισσότερο ένα “κενό” (από πλευράς περιεχομένου, νοήματος, αλλά και αποτελέσματος) πολιτικό κείμενο, που ρυθμίζονται αναλόγως των ιδεολογικών προτιμήσεων της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας, παρά μια ουσιαστική παιδαγωγική προσέγγιση πάνω στη σχολική γνώση, η οποία θα καταστεί ουσιωδώς λειτουργική για την κοινωνία.