Η υπαγωγή ή μη της εργασίας που παρέχεται για λογαριασμό άλλου στην έννοια της εξάρτησης έχει τεράστια πρακτική σημασία για την εφαρμογή ή μη των ιδιαίτερων κανόνων του εργατικού δικαίου, κατεξοχήν αναγκαστικής υφής, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, οι οποίοι δημιουργούν ένα πολυεπίπεδο πλέγμα προστασίας για τους μισθωτούς.
Στις σχέσεις εξαρτημένης εργασίας το εργατικό δίκαιο περιέχει κανόνες προστατευτικούς της προσωπικότητας των μισθωτών καθώς και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων (ανήλικοι, έγκυες, ΑμεΑ) ενώ παράλληλα προσδιορίζει τα όρια της συμβατικής ελευθερίας μισθωτών και εργοδοτών και αφορά ιδίως τα χρονικά όρια παροχής εργασίας, την καταβολή αποδοχών ακόμη και όταν δεν παρέχεται εργασία, την καταβολή έκτακτων αποδοχών και πρόσθετων αποδοχών σε περίπτωση υπέρβασης των νόμιμων χρονικών ορίων εργασίας (υπερεργασία, υπερωρία, νυκτερινή εργασία κ.ά.).
Στη συλλογική διάσταση της εξαρτημένης εργασίας ιδιαίτερος, ρυθμισμένος ρόλος επιφυλάσσεται στους κοινωνικούς εταίρους και στις συνδικαλιστικές οργανώσεις, η δράση των οποίων με τη συλλογική αυτονομία και τη συνδικαλιστική ελευθερία αναγνωρίζεται σε συνταγματικό επίπεδο. Επίσης, ρυθμίζεται η συλλογική διαπραγμάτευση για την κατάρτιση συλλογικών συμβάσεων, που θέτουν κατώτατα όρια προστασίας για τους εργαζόμενους στο πεδίο εφαρμογής τους, στο δε πλαίσιο της αυτορρύθμισης των συλλογικών διαφορών θεσμοθετούνται η μεσολάβηση και διαιτησία και προβλέπεται διαδικασία συμφιλίωσης.
Το βιβλίο οριοθετεί όλες τις εκφάνσεις της προβληματικής και αποτελεί πολύτιμο σύμβουλο για τον ερευνητή του δικαίου και τους νομικούς της πράξης.