Ο Γκάμπριελ Όουκ είναι βαθιά ερωτευμένος με τη δυναμική Μπαθσίμπα Έβερντιν. Και ίσως να κέρδιζε την αγάπη της, αν μια αναποδιά της τύχης δεν τον υποχρέωνε να καταλήξει ένας απλός βοσκός στη φάρμα της. Εξάλλου, ο συνετός Γκάμπριελ έχει να ανταγωνιστεί δυο ακόμη άντρες που τη διεκδικούν: τον γοητευτικό αλλά επικίνδυνο λοχία Τρόι, έναν νεαρό στρατιώτη χωρίς ηθικούς φραγμούς, και τον αξιοσέβαστο μεσήλικα κτηματία Μπόλντγουντ, στην κοιμισμένη ως τότε καρδιά του οποίου η όμορφη κοπέλα αφυπνίζει ένα άσβεστο πάθος. Κι ενώ η μοίρα των τριών επίδοξων μνηστήρων εξαρτάται από την επιλογή που θα κάνει εντέλει η Μπαθσίμπα, εκείνη ανακαλύπτει τις φοβερές συνέπειες της ανεξάρτητης μα παρορμητικής κι ευμετάβλητης φύσης της.
«Θα μπορούσαν τα πράγματα να είναι χειρότερα, ας είμαστε ευγνώμονες!» Έχει ειπωθεί συχνά, και παραμένει αληθές όπως την πρώτη φορά: η λογοτεχνία οικοδομείται από το ειδικό στο γενικό, από το επιμέρους στο συνολικό και είναι τόσο «αξιόλογη» (χαρακτηρισμός εσαεί αμφισβητούμενος) όσο και η στατικότητά της, η αρμονική συναρμογή των μερών της κ.ο.κ. Αυτά βέβαια παραμένουν εγκεφαλικές ασκήσεις επί χάρτου των ιδιόμορφων αναγνωστών, γνωστών και ως «κριτικών», οι οποίοι αναζητούν δομές, φόρμες, σχέσεις, αλληλεπιδράσεις κι άλλα συναφή. >>>