Όταν μιλάμε για θρησκεία στην εποχή μας, εννοούμε την κρίση της, την κοινωνική περιθωριοποίηση της πίστης και την συνειδησιακή αμφισβήτηση του ιερού. Φιλοσοφία της θρησκείας είναι η εκφιλοσόφηση της θρησκευτικής κρίσης. Διαρκώς φλέγον θέμα της φιλοσοφίας της θρησκείας είναι η εκκοσμίκευση. Εννοείται με αυτόν τον όρο η κρίση της θρησκείας στην νεωτερικότητα, η αμφισβήτηση της πίστης από την αδιαφορία και τον δεϊσμό μέχρι τον αγνωστικισμό και τον αθεϊσμό στα τελευταία πεντακόσια χρόνια του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού.
Αιχμή του δόρατος της εκκοσμίκευσης είναι η επιστήμη, οι θετικές επιστήμες ειδικότερα και μάλιστα το κορυφαίο δίδυμο της φυσικής και της βιολογίας. Η Δίκη του Γαλιλαίου στον ΙΖ' αιώνα και η Θεωρία της Εξέλιξης του Δαρβίνου στον ΙΘ' αιώνα είναι τα ορόσημα τοο προβληματισμού. Η σύγχρονη φυσική του Κ' αιώνα (Σχετικότητα, Κβαντοθεωρία, Αϊνστάιν, Χάιζενμπεργκ) αναθεωρεί την κλασική μηχανική των ΙΖ'-ΙΗ' αι. εγκαινιάζοντας τον φιλοσοφικό διάλογο επιστημολογίας και θεολογίας.
Το θέμα που επέλεξα για την διδακτορική διατριβή μου κι ενθουσιωδώς αποδέχτηκε ως επιβλέπων καθηγητής ο Νίκος Νησιώτης ήταν ο φιλοσοφικός διάλογος της σύγχρονης φυσικής και της χριστιανικής πρωτοποριακής θεολογίας με βάση τον Βέρνερ Χάιζενμπεργκ (1901-1976). Από το 1978 που αποκρυσταλλώθηκε η θεματική μέχρι το 1985 που ολοκληρώθηκε η εκπόνηση της διατριβής σε Τυβίγκη (1978-1981) και Αθήνα (1981-1985), μέσα σε μια επταετία επίπονης κι επίμονης έρευνας, διανοίχθηκε ένας ολόκληρος κόσμος για εμένα κι όχι απλώς η συγγραφή κάποιου ακαδημαϊκού πονήματος.
Η αρχική φάση της εκπόνησης (1978-1981) ήταν ανώριμη και προπαρασκευαστική, δηλαδή προκαταρκτική σαν πρόβα και «γενική δοκιμή». Η τελική όμως φάση (1981-1985) υπήρξε αποφασιστικής σημασίας, διότι εκεί πια τέθηκαν τα θεμέλια όλης της μέχρι σήμερα θεματολογίας μου.
Το επίσημο κείμενο πού εγκρίθηκε με «άριστα» από την Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών παμψηφεί το 1984 είχε τον τίτλο «Διαλεκτική Φυσική και Εσχατολογική Θεολογία». Υπότιτλος ήταν «Ο σύγχρονος φιλοσοφικός διάλογος φυσικής και θεολογίας επί τη βάσει του επιστημονικού έργου του Βέρνερ Χάιζενμπεργκ». Το κείμενο εκτεινόταν σε 350 σελίδες και παρέμενε μέχρι σήμερα δακτυλογραφημένο σε φωτοτυπημένη ανατύπωση, αλλά ήταν επισήμως καταχωρισμένο στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος με ISBN όπως προαπαιτείτο τότε (1985) για την απονομή του τίτλου του διδάκτορος.
Για τυπικούς λόγους το γλωσσικό ιδίωμα ήταν η ακόμα τότε επικρατούσα σε θεολογικά περιβάλλοντα καθιερωμένη και ατεστημένη «καθαρεύουσα» νεοελληνική, σε απλή όμως εκφορά (χωρίς δυτικοφανή στοιχεία και αρχαΐζοντα ιδιώματα). Η κοινή νεοελληνική («δημοτική») δεν είχε ακόμα τότε γίνει αποδεκτή από το αθηναϊκό ακαδημαϊκό περιβάλλον και η προτίμησή της σε διδακτορική μάλιστα διατριβή θα φάνταζε ως αυθάδεια (!) «τω καιρώ εκείνω» ... (Από τον πρόλογο του συγγραφέα)