Στον δρόμο για το σπίτι της γιαγιάς είδε μια δεσποινίδα, πρώτη φορά την έβλεπε και ήθελε πολύ να τη γνωρίσει, να κάνουν παρέα και να παίζουν σπαζοκεφαλιές. Την έλεγαν Μελωνίτσα και χάρηκε κι εκείνη με τη γνωριμία τους. Την πήγε και στη γιαγιά του τη Σιγανή και τη συμπάθησε με την πρώτη ματιά.
Η γιαγιά του όμως ήταν πολύ σκεπτική εκείνη τη μέρα, γιατί ανακάλυψε ότι το εργοστάσιο δίπλα στο ποτάμι έριχνε βρομιές και μόλυνε τα νερά του ποταμού. Το συζήτησε μαζί τους και με την κυρα-Σαυρίνα που έτυχε να περνάει από ’κεί. Αποφάσισαν, λοιπόν, να δώσουν ένα καλό μάθημα στον εργοστασιάρχη, που τον ενδιέφεραν μόνον τα λεφτά και δεν νοιαζόταν καθόλου για το κακό που έκανε στα φυτά, στα ζώα αλλά και στους ανθρώπους.