Οι σφαγές, οι βιασμοί, οι αιχμαλωσίες του 1823 δεν έχουν ποτέ καταμετρηθεί στην Εύβοια. Συγκρίνονται μόνο με της Χίου, της Κάσσου, των Ψαρών, της Νάουσας και του Μεσολογγίου. Αμέτρητες υπήρξαν οι οικογένειες που εξορίστηκαν σε άθλια κατάσταση ζητώντας καταφύγιο στην Αττική, στην Τζιά, στην Αίγινα και στις Σποράδες. Ήρωες της προσπάθειας διάσωσής των, είναι οι Ευβοιώτες πλοίαρχοι και οι ναύτες όσο κι εκείνοι των Ελληνικών νησιών και των παράλιων περιοχών. Σύμφωνα με κατά προσέγγιση υπολογισμό, αποδεκατίστηκε το 1/3 της νήσου, κι άλλοι τόσοι πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς, ενώ άγνωστος αριθμός ανδρών κατέφυγε με τον στρατό του ενός ή του άλλου οπλαρχηγού στα διάφορα νησιά. Στην Εύβοια παρέμεινε λιγότερο από το 1/3 του πληθυσμού. Στο μεταξύ, ένας αριθμός οικογενειών Ευβοιωτών (της Καρυστίας κυρίως) είχε αποχωρήσει ήδη στο ξεκίνημα των επιχειρήσεων των Ελλήνων. Η νήσος σε πάμπολλα σημεία της σχεδόν ερημώθηκε. Ιδιαίτερη ήταν η καταστροφή στην (τότε) Καρυστία, από τα χωριά της Κύμης έως το Αλιβέρι κι από το Αυλωνάρι έως την Κάρυστο, αλλά και στο Μαντούδι, στην Αγία Άννα, στην Λίμνη και στην Βόρειο Εύβοια κλπ. (…) Υπολογίζεται πως οι νεκροί και όσοι υπέκυψαν στη συνέχεια ξεπέρασαν τους 15.000 ανθρώπους ενώ αρκετές χιλιάδες υπήρξαν οι εκτοπισμένοι, οι αιχμάλωτοι κλπ.
Οι σφαγές της Εύβοιας εκ μέρους των Οθωμανών κάθε λογής, οφείλονται σε τεράστιο βαθμό στον εμπνευστή της κατάπνιξης της Επανάστασης στην Εύβοια, στον Ομέρ Μπέη της Καρύστου (Κιζιλχισαρλή) και την συστράτευση των προαναφερόμενων Οθωμανικών στρατευμάτων, που εκείνος κάλεσε στο νησί. Όσο κι αν ο ίδιος προσπάθησε σε κάποιες περιπτώσεις να διασώσει κάποιους ελάχιστους κατοίκους, που είτε του ήταν αναγκαίοι και χρήσιμοι, είτε τους συνέδεε μαζί του κάποια σχέση φιλική ή άλλη. Το ένα δεν αναιρεί το άλλο δεδομένο. Η Οθωμανική Κυβέρνηση, του απένειμε τον τίτλο του Πασά της Ευρίπου και του ανέθεσε την ευθύνη του νευραλγικού αυτού σταυροδρομίου και προπυργίου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως επιβράβευση για την στρατηγική αξία του και τον ζήλο που είχε επιδείξει.