Ο Μεσαίωνας θεωρείται δικαιολογημένα η χρυσή εποχή της επιφανούς καστροπολιτείας της Μεθώνης. Η μεσαιωνική αίγλη της απεικονίζεται στα ισχυρά τείχη, έργο των Ενετών, που εξεδίωξαν τη φράγκικη φρουρά του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου το 1206 και την κατέλαβαν το 1209 με την υπογραφή της συμφωνίας της Σαπιέντζας. Όταν οι Ενετοί κατέλαβαν την Κρήτη, η Μεθώνη αποτέλεσε προπύργιο της αποικίας τους στον ανταγωνισμό με τους Γενουάτες. Ο χώρος του κάστρου εξελίχθηκε σε σταθμό προς τις ακτές της Ασίας και τους Αγίους Τόπους. Χρονικογράφοι της Δύσης αποκαλούν την Πελοπόννησο «Νήσο της Μεθώνης» (L’ ile de Modon). Η σημασία του κάστρου φαίνεται και από τη διακοίνωση του δόγη Α. Βαρβαρήγου το 1500 (μετά την κατάληψή του από τους Τούρκους) προς τον Πάπα, τον βασιλιά της Ισπανίας και τους άλλους πρίγκηπες: «απωλέσαμεν το έξοχον ορμητήριον όλων των πλοίων, τα οποία εταξίδευον προς την Ανατολήν». Μετά τη ναυμαχία του Ναυαρίνου τα απελευθερωτικά στρατεύματα του στρατηγού Μαιζώνα έκτισαν τη νέα Μεθώνη εκτός των τειχών. Ό,τι απομένει σήμερα όρθιο μέσα στο κάστρο είναι ερείπια τούρκικων χαμάμ και ενός μιναρέ, υπόγειες δεξαμενές, μια πυριτιδαποθήκη και ο ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα.