Ο Οδυσσέας κι ο Ήλιος
Εξώφυλλο/εικαστικό: Τσαούσης, Μάριος
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-618-85963-0-6
Ηώα Τρόπις, Αθήνα, 3/2022
1η έκδ. || Έκδοση αριθμημένων αντιτύπων
Γλώσσα: Ελληνική, Νέα
Ενιαία τιμή έως 30/6/2025
€ 11.00 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
17 x 24 εκ., 165 γρ., 64 σελ.
Περιγραφή

Το ένατο βιβλίο της συγγραφέως Πέγκυ Χριστοφή που παραδίδεται στο κοινό, «Ο Οδυσσέας κι ο Ήλιος»  είναι θεατρική διασκευή ενός ποιητικού έργου της ιδίας (Τα μηνύματα των προγόνων και το Μέσον του Χρόνου) που εκδόθηκε το 2009. Ως θεατρικό έργο προορίζεται να κοινωνήσει γνώση ψυχής με της μεγάλης Τέχνης τον τρόπο, με την ευλογία της Μούσας. Έτσι αρχίζει το έργο: με επίκληση στην Μούσα, όπως όριζε η γνώση και η ευσέβεια των αρχαίων μας ραψωδών. Και τελειώνει δηλώνοντας ως ευχή τον σκοπό του, που μπορεί να είναι κάθε Ανθρώπου ευχή κι επιδίωξη:

‘Ετσι ας γίνω: Μια σταγόνα δροσιά στα φριγμένα χείλη του κόσμου.

Απο την συγγραφέα:

Ὁ Ὀδυσσέας, ὁ Ἄνθρωπος, ὁ Ποιητής. Ἡ Συνοχή καί ἡ Συνέχεια.
Ὁ Ὀδυσσέας: Τό ἀρχέτυπο τοῦ ἀκατάβλητου πνεύματος. Στέκει στό Μέσον τοῦ Χρόνου,
ν’ἀναφέρει στήν γῆ του καί στόν Ἥλιο Ἀφέντη…
Δίνοντας ἀναφορά στήν Πηγή του, στόν Ἥλιο, ἀναζητᾶ τήν Συνοχή τῆς Συνείδησής του.
Γίνεται Ποιητής, κοινωνῶντας τήν Γνώση τῶν Ποιητῶν.
Μνημοσύνη Ζωή Ἀλήθεια Ἐλευθερία Δικαιοσύνη. Ἀγώνας. Ἐγερτήριο. Ἀναστάσιμο…
Βρίσκει τήν Συνέχεια τῆς Ψυχῆς του, διατρέχοντας τοῦ Ἀνθρώπου τήν περιπέτεια καί τρεῖς περιόδους ἀπό τοῦ λαοῦ μας τήν γνωστή Ἱστορία,
στίς Θερμοπύλες, στήν Ἀλαμάνα καί στά βουνά…
Στό Μέσον τοῦ Χρόνου καί στοῦ Ἥλιου τήν Ἀγκαλιά, κυττάζει πίσω: ἡ ζωή καί ὁ θάνατος, ἡ ὀδύνη, ἡ θυσία, τό θαῦμα … ἐπιλέγει, ἄλλη μία φορά ἀκατάβλητος… στρέφει ἐμπρός, προσκαλεῖ. Μέ εὐχή καί ἀπόφαση:
Ἔτσι ἄς γίνω:
μιά σταγόνα δροσιά στά
φριγμένα χείλη τοῦ κόσμου
Ο «Οδυσσέας κι ο Ήλιος» γεννήθηκε απο τις κοινές μας αγωνίες, απο τα κοινά μας οράματα. Του εύχομαι να ταξειδέψει, όπως προορίσθηκε, στην καρδιά του λαού μας συνεισφέροντας στον αγώνα του.

  Στόν Ἀγῶνα του ἐνάντια στά τόσα κομμάτια του

στάθηκε πάλι ὁ Ὀδυσσέας,

Ὁ  Ἄνθρωπος

 

( Ὀδυσσέας:)

Σβουρίζουν μέσα στό κεφάλι μου οἱ αἰῶνες

      παλληκαριές, ἀνδραγαθήματα, προδοσίες, λύπες ἀβάσταγες,

                 πεθυμιές, πόθοι, λαχτάρες…

Οἱ παλαιοί ὅλοι κι οἱ τότες ἀγέννητοι,

μέ τήν λαλιά του καθείς, μέ τῆς ψυχῆς του τό ἄγγιγμα,

      μέ τίς πεθυμιές του βαρειές

νά μοῦ κόβουν τά σωθικά,

να  βροντοῦν στά πόδια μου, σίδερα,

ἐδῶ πλάι μου, ὅλο ἀπαίτηση!

Κι ἐντός μου πάλι, πότε ὁ ἕνας, πότε ὁ ἄλλος

νά τραβοῦν, νά κατέχουν τήν ὄψη μου

παραλλάζοντας…

Ν’ ἁπλώνω τό χέρι

καί, ἄδειο – γεμάτο, ν’ ἀποτραβιέται μέ τήν καρδιά

                                                         ἀφχαρίστητη,

ξελιγωμένη…

Τούς βαρέθηκα.

-Σᾶς βαρέθηκα, λέω. Τ’ ἀκοῦτε;

Ἄλλοι τραβιοῦνται κι ἄλλοι περιγελοῦν κι ἄλλοι

σκληρίζουν

κι  ἕνας, ἕνας μόνο, πίσω ἀπ’ ὅλους,

μένει σωπαίνοντας νά μέ κυττάει

ἥσυχος, γαληνός, μέ μιάν ὑποψία χαμόγελο στήν ματιά του.

-Ἐσύ, ἐσύ σίμωσέ μου. Ἔλα κοντά!

Τοῦ κάκου!

Ν’ ἀνοίξω πρέπει τό διάβα μου ἀνάμεσό τους

Πίσω ἀπ’ ὅλες τίς σκιές, τό νιώθω καλά, αὐτός εἶναι

                                                        Λεύτερος

Πίσω ἀπ’ ὅλες τίς ὄψεις π’ ἀλλάζω, τό νιώθω βαθειά:

Σ’ αὐτόν μοιάζω!

  Στόν Ἀγῶνα του ἐνάντια στά τόσα κομμάτια του

στάθηκε πάλι ὁ Ὀδυσσέας,

Ὁ  Ἄνθρωπος

 

( Ὀδυσσέας:)

Σβουρίζουν μέσα στό κεφάλι μου οἱ αἰῶνες

      παλληκαριές, ἀνδραγαθήματα, προδοσίες, λύπες ἀβάσταγες,

                 πεθυμιές, πόθοι, λαχτάρες…

Οἱ παλαιοί ὅλοι κι οἱ τότες ἀγέννητοι,

μέ τήν λαλιά του καθείς, μέ τῆς ψυχῆς του τό ἄγγιγμα,

      μέ τίς πεθυμιές του βαρειές

νά μοῦ κόβουν τά σωθικά,

να  βροντοῦν στά πόδια μου, σίδερα,

ἐδῶ πλάι μου, ὅλο ἀπαίτηση!

Κι ἐντός μου πάλι, πότε ὁ ἕνας, πότε ὁ ἄλλος

νά τραβοῦν, νά κατέχουν τήν ὄψη μου

παραλλάζοντας…

Ν’ ἁπλώνω τό χέρι

καί, ἄδειο – γεμάτο, ν’ ἀποτραβιέται μέ τήν καρδιά

                                                         ἀφχαρίστητη,

ξελιγωμένη…

Τούς βαρέθηκα.

-Σᾶς βαρέθηκα, λέω. Τ’ ἀκοῦτε;

Ἄλλοι τραβιοῦνται κι ἄλλοι περιγελοῦν κι ἄλλοι

σκληρίζουν

κι  ἕνας, ἕνας μόνο, πίσω ἀπ’ ὅλους,

μένει σωπαίνοντας νά μέ κυττάει

ἥσυχος, γαληνός, μέ μιάν ὑποψία χαμόγελο στήν ματιά του.

-Ἐσύ, ἐσύ σίμωσέ μου. Ἔλα κοντά!

Τοῦ κάκου!

Ν’ ἀνοίξω πρέπει τό διάβα μου ἀνάμεσό τους

Πίσω ἀπ’ ὅλες τίς σκιές, τό νιώθω καλά, αὐτός εἶναι

                                                        Λεύτερος

Πίσω ἀπ’ ὅλες τίς ὄψεις π’ ἀλλάζω, τό νιώθω βαθειά:

Σ’ αὐτόν μοιάζω!

Σχετιζόμενα προϊόντα

Add: 2022-10-27 19:17:15 - Upd: 2024-04-28 00:21:20