Η έκδοση-ημερολόγιο (2022) επιχειρεί να περιγράφει την κουλτούρα των τσιπουράδικων του Βόλου και της Νέας Ιωνίας Μαγνησίας από το 1922 έως τι μέρες μας. Εστιάζει στον πνευματικό πολιτισμό αλλά και στον πολιτισμό των γεύσεων που έφεραν οι Μικρασιάτες στον Βόλο, και πλέον αποτελεί ένα σημαντικό τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς το οποίο κληροδότησαν στη Μαγνησία.
Στην έκδοση υπάρχουν φωτογραφίες, ντοκουμέντα και κείμενα που αναφέρονται στα πρώτα παραδοσιακά μικρασιατικά τσιπουράδικα που εμφανίστηκαν κυρίως στη σημερινή Νέα Ιωνία, από τους πρόσφυγες της Μικρασίας που εγκαταστάθηκαν στον Βόλο και δούλευαν στη θάλασσα και στο λιμάνι. Έτσι το μεσημέρι, μετά τη δουλειά, μαζεύονταν στα καφενεδάκια του λιμανιού και στα στενά της Νέας Ιωνίας και έπιναν το τσιπουράκι τους, που το συνόδευαν με μεζέδες, σερβιρισμένους πάντα σε μικρά πιατάκια. Αυτή η παράδοση, στην αρχή με επιφυλακτικότητα αλλά στη συνέχεια με μεγάλη θέρμη, μεταφέρθηκε στην περιοχή του Βόλου και σήμερα έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της γαστρονομίας του Βόλου και της Νέας Ιωνίας.