Κολοράντο, μέσα της δεκαετίας του ’20.
Ο Νικ Στεφανίνι ξεκίνησε απλός χτίστης, αλλά δούλεψε πολύ στη ζωή του κι έχει πια γίνει εργολάβος με δικό του συνεργείο. Είναι πατέρας τριών παιδιών, νοικοκύρης, προκομμένος.
Ώσπου μια μέρα ένας εργάτης του, ο Φούριας, πιάνει την καλή στο χρηματιστήριο και κάνει ένα απίστευτο δώρο στον Νικ: ένα ανεκμετάλλευτο χρυσωρυχείο.
Ο Νικ συνεταιρίζεται με τον Φρανκ Γκαλιάνο, που ξέρει από ορυχεία αλλά δεν πιστεύει στον Θεό, κι οι δυο μαζί αρχίζουν τη σκληρή δουλειά.
Ω, πόσο θ’ αλλάξει η ζωή της οικογένειας Στεφανίνι! Θα ζήσουν σ’ έναν πύργο, θα έχουν υπηρέτριες, μπάτλερ και σοφέρ!
Κανένας δεν είναι τόσο ενθουσιασμένος όσο ο αφηγητής μας, ο 10χρονος γιος του Νικ, που βιάζεται να μεγαλώσει και να γίνει άντρας.
Όταν όμως μια μέρα ανεβαίνει στο ορυχείο να δει την πρόοδο των εργασιών, τον περιμένει μια τρομερή έκπληξη…
Μια κωμωδία γεμάτη ζωή για το οδυνηρό τέλος της παιδικής αθωότητας.
Οι αμερικανοί συγγραφείς δεν μπορώ να πω πως είναι μια από τις αναγνωστικές αδυναμίες μου. Αλλά υπάρχουν κάποιοι που πραγματικά με έχουν κάνει δέσμιο της γραφής τους. Το μυθιστόρημα του Τζον Φάντε Ρώτα τη σκόνη (μτφρ. Γιάννης Λιβαδάς, εκδ. Μεταίχμιο) ήταν για κάποια χρόνια ξεχασμένο στη βιβλιοθήκη μου. Κι ήταν μέσα σε αυτόν τον Αύγουστο που καθώς δεν υπήρχαν πολλά αδιάβαστα για να επιλέξω, αποφάσισα να γνωρίσω αυτόν τον συγγραφέα που στην ουσία ανήκε στη γενιά του πατέρα μου. >>>