Θα σας πω μιαν ιστορία απλή και λυπητερή - γιατί απλή και λυπητερή είναι η ζωή.
Τι γρήγορα που φεύγομε και αφήνομε τον ήλιο και τη θάλασσα, τα λουλούδια και το φεγγάρι!
Τα παλαιά τραγούδια είναι γεμάτα δάκρυα - και τα χείλη των νέων που γελούνε φανερώνουν το τόξο της οδύνης: γιατί και η χαρά δεν είναι παρά ένας καημός που περιμένει την ώρα του να ’ρθει - είναι ο άμμος πάνω από την πέτρα την αληθινή που τονε σκορπάει ο άνεμος. Έτσι ξεγελιούνται κι οι καρδιές μας, σαν τις μυγδαλιές, που πολλές φορές ανθίζουν προτού νά ’ρθει η πίκρα του χειμώνα...
Εσείς που θα διαβάσετε αυτήν την ιστορία θα σκεφθείτε ίσως πως με περισσότερην υποταγή κι ευγνωμοσύνη πρέπει να ζήσομε τη θλίψη της ζωής που μας έδωσε η Μοίρα. Αχ, όσους και να πυργώσει η ανθρώπινή μας περηφάνια άλικους βράχους μέσα στη ρεματιά του βίου, πάντα το θλιμμένο το ποτάμι θα κυλήσει κάτω απ’ τις κλωνόγερτες ημέρες μας τα πονεμένα του νερά, βουβά κι αργά, προς τη μεγάλη θάλασσα τη σκοτεινή που είναι η ευτυχία η αληθινή - γιατ’ είναι η αιώνια αλήθεια.
Je vais vous dire une histoire simple et triste - car c’est ainsi qu’est la vie.
Dieu, que nous sommes prompts ΰ quitter cette terre, laissant le soleil, la mer, les fleurs et la lune!
Les chansons d’autrefois sont pleines de larmes - et dans le rire des jeunes gens se devine la grimace de la douleur: car la joie n’est qu’une peine qui attend son heure pour venir - elle n’est sur la pierre dure qu’une couche de sable que le vent disperse. C’est ainsi que nos coeurs s’illusionnent comme les amandiers qui fleurissent souvent juste avant l’arrivιe de l’apre hiver...