Θαμπώνουν τα τζάμια και τα μάτια σου
από θλίψης άχνα,
νυχτός δάκρυα,
μονάχα η μνήμη είναι ευδιάκριτη,
κρατιέσαι απ’ τις κουρτίνες.
«Μίλησέ μου», σου γνέφω επίμονα
με φωνή παρακλητική,
μα εσύ δεν αποκρίνεσαι
σκεπτική αναμετριέσαι
με κάποιον απολογισμό.
Ανοίγω τα μάτια μου
δεν είσαι εδώ-αλήθεια πότε ήσουν…;
Αποτινάζω ιδρώτα, φράσεις ακατάληπτες, παραμιλητά
δυσθεώρητο φορτίο τα σκεπάσματα απόψε.
Αγγίζω το νυχτικό σου
σαν αβρή αγχόνη
σφίγγει τις καρωτίδες μου.
Αν είναι να χαθώ ας γίνει από μετάξι.