Η Μίλα, η αφηγήτρια του βιβλίου, γεννήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970 σε μια γειτονιά, που βρισκόταν ανάμεσα σε έναν αυτοκινητόδρομο, ένα νεκροταφείο και ένα βιομηχανικό πάρκο. Κόρη αγροτών, που δεν την πήγαν ποτέ διακοπές ή για δείπνο σ’ ένα εστιατόριο, παρακολουθούσε οικογενειακώς έναν θεραπευτή, ο οποίος μια μέρα της είπε ότι έχει ένα χάρισμα που θα εκδηλωνόταν με την πάροδο του χρόνου.
Τώρα που περιμένει παιδί, η Μίλα προσπαθεί να ξεφύγει από τις αιτίες μιας παραξενιάς που τη συνόδευε πάντα, έχοντας μια κάποια αμηχανία απέναντι στις ρίζες της. Ψάχνοντας μέσα σε αναμνήσεις και λόγια, αξιολογεί τα όρια και την επιρροή αυτού του κόσμου που κληρονόμησε, θυμάται τα πρώτα της χρόνια στη Βαρκελώνη και τις σπουδές της στο Παρίσι και αναρωτιέται ποια απ’ όλα αυτά έχουν μείνει μέσα της και ποια θα περάσουν στην κόρη της.
Με μια κρυστάλλινη πρόζα και έντονη αίσθηση του χιούμορ που ταλαντεύεται μεταξύ της τρυφερότητας και του σαρκασμού, η Άννα Μπαλμπόνα γράφει ένα ασυνήθιστο μυθιστόρημα: την αυτοπροσωπογραφία μιας γυναίκας που βρίσκει τη φωνή της -ίσως αυτό να ’ναι το χάρισμα- και τη θέση της στον κόσμο τη στιγμή που αποφασίζει να μιλήσει για όλα αυτά που την απασχολούν.