Απόψε το βράδυ θέλω να ξαναζωντανέψω στο μυαλό μου την ερωτική συνομιλία που είχα με τον Ορφέα. Ο άντρας μου ας αναβιώσει την τελευταία του περιπέτεια με την Καίτη ή με κάποιο άλλο θηλυκό μέσα ή έξω από το μπουρδέλο. Διόλου δε με ενδιαφέρει. Δεν αισθάνομαι ένοχη, ούτε αμαρτωλή, που φλέρταρα με έναν άλλον άνδρα. Ο άντρας μου είχε όλες τις πιθανότητες να παίξει τον ρόλο του Ορφέα τις στιγμές της κατάθλιψής μου. Τις ώρες εκείνες που βρισκόμουν στο χείλος του γκρεμού κι όπου μονάχα ένα νήμα με χώριζε απ’ το κενό μου. Καρτερούσα ένα χέρι που θα με άρπαζε, θα με τραβούσε πίσω, θα με έσωζε από την ιδέα της αυτοχειρίας, όμως αυτό το χέρι τις στιγμές εκείνες βρισκόταν πολύ μακριά. Ούτε η ίδια δεν ξέρω ποιο άλλο αόρατο χέρι με έσωσε.
Αργότερα η κατάθλιψη μαλάκωσε, επικράτησε η επιθυμία μου για ζωή, μαζί και η ελπίδα για επιστροφή στην προηγούμενη ευτυχισμένη κατάσταση με τον άντρα μου, όπως ήταν στα πρώτα της χρόνια πριν από την ασθένεια.
Η ασθένεια βέβαια εμφάνιζε τις ιδιοτροπίες της, πράγμα μη αρεστό στον διαφορετικά μαθημένο άντρα μου, ειδικά στα ερωτικά μας παιχνίδια. Προσπαθούσα με όλη τη δύναμη του σώματος και της ψυχής μου να εκπληρώσω τις επιθυμίες του, συχνά υποδυόμενη τον ρόλο της ξαναμμένης για σεξ. Δεν έφταιγα όμως όταν η ασθένεια, όπως μια ζηλιάρα ερωμένη, εμφανιζόταν ξαφνικά στο πλάι του άντρα μου και με διέκοπτε στη μέση του ρόλου.
Θα πρέπει κάποιος να συμπάσχει με τον άλλο τις στιγμές εκείνες, για να αντιμετωπίσει τον πειρασμό να μην τον κάνει να αισθάνεται ανίκανος, ανεπιθύμητος, αποτυχημένος σε καθετί στον κόσμο του έρωτα. Ο άντρας μου όμως έδειχνε κατανόηση μόνο όταν έφτανε σε οργασμό, διαφορετικά έπρεπε να υπομένω τις προσβλητικές του εκφράσεις.