«Έχω μια σχεδόν νοσηρή μανία να συλλέγω ντοκουμέντα για διαφορετικές πτυχές της καθημερινής ζωής. Έτσι πολλές φορές προέκυψαν παράξενα ρεπορτάζ. Από το 1939 έως το 1945, συνήθιζα να ρωτάω κάθε λογής άνθρωπο –παιδιά, γέρους, εργάτες, χωρικούς, διανοούμενους– τί όνειρα έβλεπε. Αυτή η αδιάκριτη έρευνα, που δεν ήταν ψυχαναλυτική, σκοπό είχε να ανακαλύψει τί σκέφτονταν οι άνθρωποι του πολέμου και της Αντίστασης την ώρα που κοιμόντουσαν. Οι εικόνες που συνέλεξα συγκροτούν ένα άλλου είδους πολεμικό μυθιστόρημα».
«Είναι πιθανόν τα όνειρα που κατάφερα να συλλέξω να προσφέρουν υλικό σκέψης σε όσους ασχολούνται με τη μεταφυσική, στους ψυχαναλυτές και στους συγγραφείς ιστοριών μυστηρίου. Θα μπορούσε να βρει κανείς ακόμη και σχέσεις με τον υπερρεαλισμό η το καφκικό σύμπαν. Τόσο το καλύτερο για τους συλλέκτες μυστηρίων. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν με αφορά. Ετούτα τα παιχνίδια με βρίσκουν αντίθετο. Φύλαξα ηθελημένα αυτά τα όνειρα στην ακατέργαστή τους μορφή επειδή ισχυρίζομαι ότι δεν έχω το δικαίωμα να τα αναλύσω η να τα εξηγήσω. Δεν θέλω να φανεί ότι κρίνω ή ότι ασκώ κριτική σε εκείνη την τραγική εξαετία. Προσπαθώ απλώς να προσθέσω ένα ντοκουμέντο στο φάκελο της ιστορίας των ηθών.»
– ΕΜΙΛ ΖΙΤΤΥΑ
Στη διάρκεια ενός πολέμου βλέπουμε στον ύπνο μας τον πόλεμο・ ο Ζιττυά λέει ο ίδιος στον πρόλογό του βιβλίου του ότι προσπάθησε να μάθει με ποιόν τρόπο ο πόλεμος τρύπωνε στον ύπνο των ανθρώπων. Παρά ταύτα, απέφυγε εσκεμμένα οποιαδήποτε ερμηνεία, είτε ψυχολογική είτε κοινωνιολογική. Σημείωνε ό,τι του αφηγούνταν όσο πιο πιστά μπορούσε, ποντάροντας στην ευγλωττία της ακατέργαστης καταγραφής – που ήταν ήδη η καταγραφή μιας καταγραφής, η αφήγηση μιας αφήγησης. Το αποτέλεσμα είναι συναρπαστικό : Διαθέτει υψηλή υφολογική ομοιογένεια και συνάμα μεγάλη ποικιλία επιτονισμών και συναισθηματικών αποχρώσεων. [...] Ερμηνεία δεν υπάρχει, αλλά κάθε όνειρο συνοδεύεται από μια σύντομη παρουσίαση του ονειρευόμενου, και οι λακωνικές «εικονογραφήσεις» δεν είναι ό,τι πιο ευτελές έχει να προσφέρει αυτό το βιβλίο.
Πότε ακριβώς το έγραψε ; Στην ορμή των γεγονότων, στη διάρκεια της Κατοχής ; Ή αργότερα, βασιζόμενος στις σημειώσεις του ; Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι κυκλοφόρησε το 1963, έναν χρόνο πριν από το θάνατό του.
Πριν δρασκελίσετε το κατώφλι αυτού του μοναδικού και ιδιότυπου βιβλίου, ορίστε, για το δρόμο, μια δεύτερη μαρτυρία ενός συγχρόνου του Εμίλ Ζιττυά : «Περπατούσε με βήμα σχολιαρόπαιδου και είχε το βλέμμα πειρατή. Τον κοίταζα από το πλάι, αυτό τον φανφάρα, αυτό το μονοκόμματο μπουλντόγκ, αυτή τη σγουρομάλλα καμήλα της ερήμου, αυτό τον πολύχρωμο παπαγάλο με το σακίδιο. Φορούσε στολή ναύτη. Η αναπνοή του μύριζε θάλασσα. Έγραφε πάνω σε βρόμικες σελίδες. Δεν ήταν άνθρωπος, αλλά δάσος χιλίων δέντρων».
– ΕΜΜΑΝΟΥΕΛ ΚΑΡΡΕΡ
Στη ζωή ενός ανθρώπου υπάρχει πάντοτε τουλάχιστον ένας κροκόδειλος. Στη δική μου ήταν ο Ζιττυά, που ερχόταν από τη Ζυρίχη, σχεδίαζε να φύγει στη Χιλή για να ιδρύσει μια θρησκεία και που, το σημαντικότερο, κόλλησε βλεννόρροια σε ένα μπουρδέλο για ναύτες της οδού Ριβολί.
– ΛΑΓΙΟΣ ΚΑΣΣΑΚ, 1922
Οξυδερκής, παιγνιώδης και αιρετικός ιδεολόγος αναρχικός, ο Ζιττυά κατασκευάζει αριστοτεχνικά την προσωπική του μυθολογία.
– Από το επίμετρο
Πού και πού όμως παρασυρόμαστε ξανά από το παλιό ρομαντικό παιχνίδι και ονειρευόμαστε. Πιθανόν τα όνειρά μας να είναι πράγματα μικρά. Με αυτά όμως τα μικρά πράγματα στήνονται τα προϊστορικά οδοφράγματα ενάντια στις απειλές της άμετρης ζωής μας.
Οι άνθρωποι του χθες, με βηματισμό ηθοποιών του μελοδράματος, βαρέθηκαν να αναμασούν τις αναμνήσεις τους · γι’ αυτό προτιμούν να κρύβουν το αληθινό τους πορτραίτο. [...]
Έστρεψε το πρόσωπό του προς το μέρος μου και είπε με έναν τόνο σχεδόν καταγγελτικό :
« Συχνά, αυτές τις παραληρηματικές νύχτες, ακούω τρομερές φωνές. Αλλά τα όνειρα καταβροχθίζουν ακόμη και τις φωνές ».
Δεν βρήκα τίποτα να απαντήσω στον άνδρα, αλλά μου γεννήθηκε το ενδιαφέρον για τα όνειρα. Ξαναδιαβάζοντας αυτό το παράξενο ρεπορτάζ, συνειδητοποίησα ότι είχα καταγράψει ένα άγνωστο κεφάλαιο του πολέμου και της Αντίστασης. Μη γελάτε. Είμαι πεπεισμένος πως δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε το συνειδητό από το ασυνείδητο. Συγκροτούν ένα όλον. Κρίμα που δεν μπορούμε να φωτογραφίσουμε τα όνειρα, επειδή είναι ένας πραγματικός καθρέφτης της ζωής. [...]
– ΕΜΙΛ ΖΙΤΤΥΑ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο Emil Szittya ( Βουδαπέστη 1886 – Παρίσι 1964 ) έζησε μια μποέμικη ζωή. Μέγας οδοιπόρος, περπάτησε κάποτε από την Ουγγαρία στη Γαλλία, ζώντας από επαιτεία.
Εγκαθίσταται στο Παρίσι το 1906, συναντά τον Blaise Cendrars το 1911 στη Λειψία και ιδρύουν μαζί το ανεξάρτητο και αναρχικό γαλλογερμανικό περιοδικό Les Hommes nouveaux (Οι νέοι άνθρωποι). Από το 1914 έως το 1918, συναναστρέφεται στη Ζυρίχη τον Λένιν, τον Karl Radek, και στη συνέχεια τα μέλη του ντανταϊστικού κινήματος και πιάνει φιλίες με όλους τους εκπροσώπους της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας. Κομήτης της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, ο Εμίλ Ζιττυά είναι επίσης ταλαντούχος ζωγράφος και ένας από τους πρώτους που αναγνώρισαν την ιδιοφυΐα του Chagall και του Soutine.
ΕΙΚΟΝΑ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ
EMIL SZITTYA, Μάζωξη ανθρώπων, λάδι σε ξύλο