Ένα ζευγάρι ηλικιωμένων στη δύση της ζωής τους αποφασίζουν να κρυοσυντηρήσουν μετά θάνατον τα κορμιά τους με την ελπίδα να καταφέρουν κάποτε να επανέλθουν στη ζωή. Προς την επίτευξη του σκοπού τους αυτού μπαίνουν σε έναν αγώνα εξαντλητικής οικονομίας, στερούμενοι ακόμη και τα στοιχειώδη, ώστε να προλάβουν να συγκεντρώσουν το απαιτούμενο ποσό για την κρυοσυντήρησή τους. Όλη τους η ζωή αρχίζει να περιστρέφεται γύρω από τον τρόπο που θα κατακτήσουν την επόμενη. Όλη τους η ενέργεια, η σκέψη, η ίδια τους η σχέση αναλώνονται σε αυτό το πλάνο.
Παράλληλα, ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι, που πέθανε από μια σπάνια ασθένεια και κρυοσυντηρήθηκε για χρόνια, ξυπνάει μέσα σε ένα δαιδαλώδες κτίριο όπου διάφοροι άντρες, μιλώντας μια παράξενη γλώσσα, της απευθύνουν παράξενα ερωτήματα. Το κορίτσι, εγκλωβισμένο, προσπαθεί να καταλάβει πού βρίσκεται.
Πότε πεθαίνει ένας άνθρωπος; Ως τι εξακολουθεί να ζει αν χάσει τη μνήμη και την προσωπικότητά του; Κατά πόσο η γλώσσα ενυπάρχει σε όλα και κατά πόσο εμείς μέσα της; Πώς βρίσκει κανείς τη θέση του σε έναν κόσμο που συνεχώς ρέει; Υπάρχει άραγε κάποιο φωτεινό σημάδι στον ουρανό που να οδηγεί τα βήματά μας;
Ο Μεγάλος Σκύλος βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο του νυχτερινού ουρανού και περιλαμβάνει το πιο λαμπρό άστρο του στερεώματος, τον Σείριο. Στην ελληνική μυθολογία ο αστερισμός αναπαριστά τον Σκύλο του κυνηγού Ωρίωνα που καταδιώκει τον Λαγό. Μυθολογικές δοξασίες των Ρωμαίων συνδέουν τον Μεγάλο Σκύλο με τον Κέρβερο της Κόλασης.
Ένα βιβλίο που ψηλαφεί τη σχέση του εγώ με τον τόπο και τον χρόνο και αναδεικνύει τη μνήμη ως μοναδικό όπλο άμυνας απέναντι στην τρωτότητά μας. Ένα βιβλίο για το πέρασμα από το φως στο σκοτάδι και τανάπαλιν. Για αυτό το μάταιο, συνεχές –και κατ’ ουσίαν απερίγραπτο– πηγαινέλα μας.
Τέντωσε σαν γέρικο γατί τα μέλη της. Στον τοίχο δίπλα της, έτσι όπως έπεφτε από την άλλη πλευρά το φως του πορτατίφ –σκοτάδι ακόμη έξω– αναδύθηκε η σκιά της. Κάθε φορά που έσκυβε μπρος στο τραπέζι για να σημειώσει κάτι, η καμπούρα της στον τοίχο γιγαντωνόταν καλύπτοντας τα άκρα της και ό,τι άλλο προεξείχε από το σώμα της (ουρά και μουστάκια), σαν να επρόκειτο για κάποιο κοίλο πλάσμα, κυκλικό, δίχως αρχή και τέλος.
Μάριον: Πιστεύω εγώ πως ο άνθρωπος είναι κακός. Πως μαθαίνει, του μαθαίνουν, πώς να είναι καλός. Πιστεύω εγώ ότι αυτό είναι σπουδαίο κατόρθωμά του.
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.