Διαβάζοντας το αποδέλοιπο Κολοκοτρωνέικο, πέραν των αμιγώς επαναστατικών «ρεπορτάζ», ο αναγνώστης έχει πρόσβαση και σε πλήθος «λεπτομερειών» που η επίσημη ιστορία αποσιωπά εκ συστήματος, όπως λόγου χάρη:
• Ότι στα Απομνημονεύματά του ο ίδιος ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν αναφέρει πουθενά πως αυτός κήρυξε την Επανάσταση: «Η κοινή λογική λέει πως αν είχε κηρύξει μια Επανάσταση… θα το θυμόταν». Σωστά;
• Ότι το μένος των επαναστατών δεν μετριαζόταν στα γυναικόπαιδα του εχθρού, δεν υπήρχε έλεος για κανέναν τους. Άκρως συγκλονιστική γι’ αυτές τις φρικτές μέρες της εκδίκησης η μαρτυρία του νεαρού αξιωματικού Brengeri, ο οποίος έζησε τις ωμότητες και τη σφαγή των αιχμαλώτων Κορινθίων Τούρκων και τις ιστορεί: «Μια μέρα, περνώντας από την αγορά, είδα πλήθος συγκεντρωμένο. Ζύγωσα και είδα μια νεαρή Τουρκάλα που οι Έλληνες στρατιώτες, ύστερα από κάθε λογής προσβολές και ταπεινώσεις, την είχαν μαχαιρώσει πολλές φορές στο πρόσωπο και στα χέρια. Το θύμα σύρθηκε όλη τη νύχτα με τα γόνατα και έφθασε στην πλατεία για να ζητήσει βοήθεια. Οι Έλληνες που την τριγύριζαν, την έφτυναν, ξέσχιζαν τα ρούχα της και την έβριζαν πουτάνα Τουρκάλα. Τα ανοιχτά τραύματά της που αιμορραγούσαν θα μπορούσαν να συγκινήσουν και πέτρινη καρδιά. Έτρεξα στο σπίτι του Κωλέττη, μινίστρου του πολέμου, και τον παρακάλεσα να στείλει δύο στρατιώτες για να απομακρύνουν αυτό το δύστυχο πλάσμα και να δώσουν ένα τέλος στο μαρτύριό του. Ο Κωλέττης έδωσε αμέσως εντολή. Σε λίγο ήρθαν στην Αγορά δύο άνδρες, άρπαξαν την Τουρκάλα με βάρβαρο τρόπο, την πήραν παράμερα, τη σκότωσαν με τρεις σπαθιές και την παράτησαν στα σκυλιά. Ήταν μια από τις φρικαλέες σκηνές που αντίκρυζα καθημερινά». (Σιμόπ., τ. 2, σ. 33)
• Ότι ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, παρά τη φήμη του μέσα και έξω από τη Μάνη, στρατιωτικά ήταν μηδαμινός και ουδέποτε έπραξε κάτι αξιομνημόνευτο.