Η ΜΑΡΙΑ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ, παρατηρώντας τη ζωή που περνά, εστιάζοντας στο οικείο και στο αλλότριο και συνδυάζοντας τη φαντασία με την πραγματικότητα, επιχειρεί να ξορκίσει την αδυσώπητη κοινή μοίρα. Για να το πετύχει αυτό επιστρατεύει πότε το χιούμορ, πότε την ειρωνεία και πότε τη διακωμώδηση, αφαιρώντας οτιδήποτε περιττό, χρησιμοποιώντας λόγο κοφτό και πυκνό.
*
«“Ηλικιωμένο ζευγάρι στη Θεσσαλονίκη κάηκε ζωντανό, όταν φωτιά από άγνωστη αιτία ξέσπασε στο πολυτελές διαμέρισμα που διέμεναν στο κέντρο της πόλης. Κινδύνευσαν και τα διπλανά διαμερίσματα”, έλεγε η πρωινή είδηση. Κανείς όμως δεν υποψιάστηκε ότι τα δύο γερόντια, ερωτευμένα έως θανάτου, αποχαιρέτησαν τη ζωή την ώρα που προσπαθούσαν να κάψουν τα ερωτικά γράμματα της νιότης τους, για να μην πέσουν σε χέρια βέβηλα.»
«Μαζί και στη ζωή, μαζί και στον θάνατο», σ. 19