ΧΑΜΗΛΩΝΩ ΤΟ ΦΩΣ
Χαμηλώνω το φως
για να φαίνεται απόγευμα.
Ανοίγω ένα μικρό συρτάρι
και βγάζω έξω την καρδιά μου.
ΧΑΜΗΛΩΝΩ ΤΟ ΦΩΣ Χαμηλώνω το φως για να φαίνεται απόγευμα. Ανοίγω ένα μικρό συρτάρι και βγάζω έξω την καρδιά μου. Το πατρικό μου δεν υπάρχει πια. Μονάχα ο υπόνομος στην αυλή. Ξεχειλίζει ακόμα και γεμίζει σκατά την ψυχή μου. Στη γειτονιά μου ζουν πελάτες στιγμιαίου καφέ. Οι θεούσες ανάβουν τα καντήλια οι ερωμένες τα τσιγάρα. Στις βόλτες μου τα κτίρια ερωτοτροπούν. Αν οι αγκαλιές ήταν υποχρεωτικές θα ζούσαμε διακόσια χρόνια. Σπάω τον κουμπαρά και αντί για τα νομίσματα πέφτουν στο πάτωμα τα ιδανικά μου. Στους δρόμους τέτοιες μέρες πιο πόλυ τα πρόβατα φοβάμαι παρά τους λύκους.
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.